-
1 ἐλεύθερος
ἐλεύθερος, α, ον (ος, ον A.Ag. 328, E.El. 868): later [full] ἐλαύθερος BCH22.76(Delph.); Elean [full] ἐλεύθαρος Schwyzer416.3:—A free, Hom. has the word only in Il. in two phrases, ἐλεύθερον ἦμαρ the day of freedom, i.e. freedom, Il.6.455, 16.831, al.; and κρητὴρ ἐλεύθερος the cup drunk to freedom, 6.528;ἐ. πιοῦσαν οἶνον ἀποθανεῖν Xenarch.5
codd. Ath. (fort. - ριον, cf.ἐλευθέριος 1.2
); of persons, Alc.Supp.25.11, Hdt.1.6, A.Pr.50, S.Aj. 1020, Th.8.15, etc.: [comp] Comp., X.Cyr.8.3.21: [comp] Sup., Id.Hier.1.16; τὸ ἐ. freedom, Hdt 7.103, etc.;τοὐλεύθερον E.Supp. 438
: c.gen., free or freed from a thing, φόνου, πημάτων, φόβου, A.Eu. 603 codd., Ch. 1060, E.Hec. 869; ; ἔξω αἰτίας ἐ. S.Ant. 445; ἐ. ἀπ' ἀλλήλων independent, X.Cyr.3.2.23, Pl.Lg. 832d.b ἐλευθέρα, ἡ, married woman, Ath.13.571d; wife, POxy. 1872.8(v/vi A.D.); but, freedwoman, IG14.2490 ([place name] Vienne).2 of things, free, open to all,ἀγορά X.Cyr.1.2.3
; ἐ. φυλακή,= Lat. libera custodia, D.S. 4.46;περιωπή Ael.NA 15.5
; unencumbered, of property, D.35.21, IG 9(1).32.10 ([place name] Stiris), SIG364.36 (Ephesus, iii B.C.).3 ἐλεύθερον εἶναί τινι, c. inf., legally permissible, open to.., ib.45.42 (Halic., v B.C.).II = ἐλευθέριος, fit for a freeman, free, frank,φρήν Pi.P.2.57
;ἐλευθερωτέρη ὑπόκρισις Hdt.1.116
;ἐλεύθρα βάζειν A.Pers. 593
(lyr.);ὦ μηδὲν ὑγιὲς μηδ' ἐ. φρονῶν S.Ph. 1006
;δούλη μέν, εἴρηκεν δ' ἐ. λόγον Id.Tr.63
, cf.El. 1256; ; βάσανοι ἐ. tortures such as might be used to a freeman, Id.Lg. 946c (soφάσγανα E. Fr.495.38
); τὸ ἐ. Pl.Mx. 245c: freq. in Adv.-ρως, εἰπεῖν Hdt.5.93
, al.; χαίρειν.. καὶ γελᾶν ἐ. S.El. 1300;τεθραμμένους Isoc.7.43
codd. (fort. - ερίως) ; παιδευθεὶς ἐ. Aeschin.3.154 codd. (fort. - ερίως); ἐ. δούλευε, δοῦλος οὐκ ἔσει Men.857
; ἐλεύθεροι ἐλευθέρως free and like free men, Pl.Lg. 919e. (Cf. Lat. līber, fr. Ital. * loufero-(cf. Osc. Luvfreis 'Liberi'), I.-E. ( e)leudh-ero-: the connexion with Slav. liud, OHG. liut, etc. 'people' is doubtful.)Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐλεύθερος
-
2 τέλος
A coming to pass, performance, consummation,εἰ γὰρ ἐπ' ἀρῇσιν τ. ἡμετέρῃσι γένοιτο Od.17.496
;ἐν [θεοῖς] τ. ἐστὶν ὁμῶς ἀγαθῶν τε κακῶν τε Hes.Op. 669
; δίκη δ' ὑπὲρ ὕβριος ἴσχει ἐς τ. ἐξελθοῦσα issuing in fulfilment, execution, ib. 218;καθάπερ ἐκ δίκης κατὰ νόμον τ. ἐχούσης PEleph.1.12
(iv B.C.), cf. IG12(7).67.48 (Arcesine, iv/iii B.C.);καθήκει νῦν [τὰν γνώμαν] ἐπὶ τέλος ἀχθῆμεν SIG793.7
(Halasarna, i A.D.); ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τ. Pi.O.13.105, cf. N.8.45, 10.29, D.18.193;ἢν θεὸς ἀγαθὸν τ. διδῷ αὐτῷ X.Cyr.3.2.29
;ἐν πείρᾳ τ. διαφαίνεται Pi.N.3.70
;ψευστήσεις, οὐδ' αὖτε τ. μύθῳ ἐπιθήσεις Il.19.107
, cf. Isoc.5.71, 6.77; result,τ. δ' οὔ πώ τι πέφανται Il.2.122
;εἵως κε τ. πολέμοιο κιχείω 3.291
;ἐν γὰρ χερσὶ τ. πολέμου 16.630
; ἶσον τείνειεν πολέμου τ. 20. 101, cf. Hes.Th. 638 (but ἢ πολέμοιο ἢ λοιμοῖο τ. ποτιδέγμενοι the coming to pass (outbreak) of.., A.R.4.1282); τί μὰν ἀφήσει τ.; S. OC 1468 (lyr.); τί ἔσται τὸ τ. τῶν γιγνομένων τούτων ἐμοί; Hdt.1.155, cf. Isoc.6.50; ἀποίητον.. θέμεν ἔργων τ. undo things done, Pi.O.2.17; ὁδοῦ τ. S.OC 1400; φόνου τ. A.R.1.834;τοῦ δ' ὔμμι τέλος κρηῆναι ἔοικεν Id.3.172
; τῷ τ. πίστιν φέρων the outcome, S.El. 735; Ζεὺς πάντων ἐφορᾷ τ. Sol.13.17;ἀκόλουθον τὸ τ. ἐξέβη τοῦ κινδύνου ταῖς ἐπιβολαῖς Plb.4.11.9
;ἀμφίδοξα τὰ τ. τῶν κινδύνων αὐτοῖς ἀπέβαινε Id.18.28.11
, cf. 18.32.12, 3.5.7;τ. τοιόνδε ἐγένετο τῆς μάχης Hdt. 9.22
, cf. Plb.1.61.2; μάχης.. κεκύρωται τ. A.Ch. 874; διὰ μάχης ἥξω τέλους, = διὰ μάχης ἥξω, Id.Supp. 475; ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τ. to seek to determine the issue of the battles in both directions, Pi.O.13.57; more generally, event,οὐ γὰρ ἔγωγέ τί φημι τ. χαριέστερον εἶναι ἢ ὅτε.. Od.9.5
: in concrete sense, result, product,τ. εὐπεψίας αἱματικῆς πιμελὴ καὶ στέαρ Arist.PA 672a4
, cf. GA 725b8.2 in contexts like Hes.Op. 669, Il.16.630 (v. supr.), τ. can be understood as power of deciding, supreme power, and so we haveτ. μὲν Ζεὺς ἔχει.. πάντων ὅσ' ἐστί Semon.1.1
;ἐν δ' ἐμοὶ τ. αὐτοῖν γένοιτο τῆσδε τῆς μάχης πέρι S.OC 423
; [Ἄπολλον].. ὅθεν πολεμόκραντον ἁγνὸν, τ. ἐν μάχᾳ A.Th. 162
(lyr.);τελέων τελειότατον κράτος, ὄλβιε Ζεῦ Id.Supp. 525
(lyr.);τ. ἔχει δαίμων βροτοῖς, τ. ὅπᾳ θέλει E.Or. 1545
(lyr.);τ. δ' ἐφ' ἡμῖν, εἴτε.. εἴτε.. Id.Hel. 887
; καὶ τοῖσ' (sc. ἰητροῖς) οὐδὲν ἔπεστι τ. they have no power or efficacy, Sol.13.58: and in the civil sphere, τ. ἔχειν, of persons, to have the power to ratify, IG12.57.25, Foed. ap. Th.4.118, Arist.Pol. 1322b13; ὅ τι ἂν δόξῃ τοῖς πλείοσι τοῦτ' εἶναι τ. the decision of the majority must be final, ib. 1317b6; κύριος ἔστω ἐπιβάλλειν κατὰ τὸ τ. shall have authority to inflict a fine up to the limit of his powers, Lexap.D.43.75;κατὰ τὸ τ. ζημιοῦσθαι Is.4.11
; τοῖς κατ' ἐμπορίαν παραγιγνομένοις μηδὲν ἔστω τ. πλὴν ἐπὶ κήρυκι ἢ γραμματεῖ Foed. ap. Plb.3.22.8; τ. ἔχειν, of things, to have decisive or final authority,σφῷν μὲν ἐντολὴ Διὸς ἔχει τ. δή A.Pr. 13
; ἡ.. τούτου αἰτίασις οὐκ ἔχει τ. has no validity, Antipho 5.89; πρὶν τ. τι αὐτῶν ἔχειν before any of the terms had validity, i.e. had been ratified, Th.5.41, cf. D.35.27; τοῦ ζῆν καὶ μὴ ζῆν τὸ τ. ἐστὶν ἐν τῷ ἀναπνεῖν the decisive difference between.., Arist.Resp. 480b19.3 magistracy, office,τ. δωδεκάμηνον Pi.N.11.9
( δυω- codd.); οἱ ἐν τ. men in office, magistrates, S.Aj. 1352, Ph. 385, Th.3.36; ἔξω τῶν βασιλέων καὶ τῶν μάλιστα ἐν τ. Id.1.10, cf. 6.88;οἱ ἐν τέλεϊ ἐόντες Hdt.3.18
, 9.106; poet.,οἱ ἐν τέλει βεβῶτες S.Ant.67
; οἱ τὰ τ. ἔχοντες Foed. ap. Th.5.47;ὂρ μέγιστον τ. ἔχοι Schwyzer409.3
(Elis, V B.C.);τοὺς.. τὸ ὁροφυλακικὸν τ. ἔχοντας SIG633.94
(Milet., ii B.C.); τὸ τ. the government, ; τὰ τ. the magistrates, Th. (with a masc. part. and pl. (v.l.) verb) 1.58, 4.15, X.An.2.6.4.4 decision, doom,Ζεὺς.. οἶδε, ὁπποτέρῳ θανάτοιο τ. πεπρωμένον ἐστί Il.3.309
;Κῆρες δὲ παρεστήκασι.., ἡ μὲν ἔχουσα τ. γήραος ἀργαλέου, ἡ δ' ἑτέρη θανάτοιο Mimn.2.6
; μήτηρ.. μέ φησι διχθαδίας Κῆρας φερέμεν θανάτοιο τέλος δέ (or τέλοσδε) Il.9.411, cf. 13.602; ἐξέφυγον θανάτου τ. Archil.6.3;τ. θανάτου ἀλεείνων Od.5.326
;τ. θανάτοιο κάλυψεν Il.5.553
;οὐδέ κέ μ' ὦκα τ. θανάτοιο κιχείη 9.416
, cf. 11.451;ἡμετέρου θανάτοιο κακὸν τ., οἷον ἐτύχθη Od.24.124
, cf. A.Th. 906 (lyr.):—judicial decision,ἀμμενῶ τ. δίκης Id.Eu. 243
; κύριον μένει τ. ib. 544 (lyr.); οὐκ ἔχουσα τῆς δίκης τ. not having authority to decide the case, ib. 729; ἦ κἀπ' ἐμοὶ τρέποιτ' ἂν αἰτίας τ.; will you submit the decision of this case to me? ib. 434;τὸ τ. κρίνειν Pl.Lg. 768b
; τ. ἐπιθέτω τῇ δίκῃ ib. 767a, cf. 761e, 957b; decision of an assembly, A. Supp. 603, 624; of a king, Id.Ag. 934; ἐξαιτράπης ἐὼν Ἰωνίης, τ. ἐποίησε τὴν γῆν εἶναι Μιλησίων prob. in SIG134b30 (Milet., iv B.C.); ὥς τοι ἐγὼ μύθου τ. ἐν φρεσὶ θείω the summing up or crux of the matter, Il.16.83.5 something done or ordered to be done, task, service, duty, γνῶ.. ὅ οἱ οὔ τι τ. κατὰ καίριον ἦλθεν on no fatal errand, Il.11.439 (nisi leg. κατακαίριον); οὐδὲ μακύνων τ. οὐδέν Pi.P.4.286
; ὅσοις τοῦτ' ἐπέσταλται τ. A.Eu. 743, cf. Ag. 908; μ' Ἀπόλλων τῷδ' ἐπέστησεν τέλει ib. 1202, cf. Ch. 760; ἄυπνα ὀμμάτων τέλη the wakeful duties (or services) of the eyes, E.Supp. 1137 (lyr.); ἀμφοτερᾶν τοι χαρίτων.. ζεύξω τ. the rendering of both services, Pi.I.1.6; αἰτουμένῳ μοι κοῦφον εἰ δοίης τ. a small service or favour, A.Th. 260;ἡξῶ ναὶ τὸν Πᾶνα κακὸν τ. αὐτίκα δωσῶν Theoc.4.47
; obligation to render a service or payment, ὅτε δὴ μισθοῖο τ. πολυγηθέες ὧραι ἐξέφερον the Payment(-day) of the wage, Il.21.450;οἱ δ' ἐλάττω τῶν ἱκανῶν κεκτημένοι, τὴν ἀναγκαίαν ἀτέλειαν ἔχοντες, ἔξω τοῦ τ. εἰσὶ τούτου D.20.19
, cf. Poll.8.156; ἐν τέλει μαθεῖν to be taught for a fee, Id.4.46.6 pl., services or offerings due to the gods,δαίμοσιν θῦσαι θέλουσα πελανόν, ὧν τέλη τάδε A.Pers. 204
;ἔνθ' ὁρίζεται βωμοὺς τ. τ' ἔγκαρπα Κηναίῳ Διί S.Tr. 238
; ἔλιπον Ζηνὶ τροπαίῳ πάγχαλκα τ. Id.Ant. 143 (anap.);γῇ δὲ τῇδε Σισύφου σεμνὴν ἑορτὴν καὶ τέλη προσάψομεν E.Med. 1382
;θεοῖσι μικρὰ θύοντες τέλη Id.Fr.327.6
; of the Eleusinian mysteries, οὗ πότνιαι σεμνὰ τιθηνοῦνται τ. S.OC 1050 (lyr.), cf. Fr. 837;σεμνῶν ἐς ὄψιν καὶ τ. μυστηρίων E.Hipp.25
; called μεγάλα τ., Pl.R. 560e; rarely in sg., τοῦδε μυστικοῦ τέλους this mystic rite, A.Fr. 387; of the marriage rite,τ. γάμοιο Od.20.74
, cf.A.R.4.1202, AP6.276 (Antip.); γαμήλιον τ. A.Eu. 835; τὰ νυμφικὰ τ. S.Ant. 1241;τ. ὁ γάμος ἐκαλεῖτο Poll.3.38
, cf. Paus.Gr.Fr.306, Sch.Ar.Th. 982, Stob.2.7.3a.7 service rendered by a citizen in the Solonian constitution to the state, also his rating according to this service, θητικοῦ ἀντὶ τέλους ἱππάδ' ἀμειψάμενος Epigr. ap. Arist.Ath.7.4; τιμήματι διεῖλεν εἰς τέτταρα τ. four ratings or classes, ib.7.3; later, τὸ τῶν ἱππέων τ., Lat. ordo equester, D.C.48.45, al.8 dues exacted by the state, Ar.V. 658 (pl.), Pl.R. 425d (pl.); ἀγορᾶς τ. a market- toll, Ar.Ach. 896; πορνικὸν τ. Aeschin.1.119; τ. πρίασθαι, πωλεῖν, farm a tax or let it, D.24.144, Aeschin. l.c.; ἐκλέγειν. πράττειν, levy it, D.l.c., Alex.263.3, Aeschin.3.113; τελεῖν pay a tax or duty, Pl.Lg. 847b; εἰ τὰ τ. τελεῖ, ποῖον τ. τελεῖ, questions put to candidates at Athens, Din.2.17, Arist.Ath.7.4;τέλη κατατίθησιν Antipho 5.77
;καταβαλεῖν And.1.93
; freq. in Inscrr., IG12.46.12, al., SIG135.14 (Olynthus, iv B.C.), al., and Papyri, τὸ ὡρισμένον τῆς αἰτήσεως τ., etc., POxy.1473.30 (iii A.D.), cf. PCair.Zen.240.7 (iii B.C.), etc.: metaph., τέλη λύειν, v. λύω v. 2.9 financial means, expenditure, usu. in dat. pl., ὃς ἂν τοῖς ἰδίοις τ. μὴ ἑαυτὸν μόνον, ἀλλὰ καὶ τὴν πόλιν ὠφελῇ by the use of his own means, Th.6.16; κακῶς ἡμᾶς αὐτοὺς ποιούντων τέλεσι τοῖς οἰκείοις if we harm ourselves at our own expense, Id.4.60;ἀναγραψάτω.. τέλεσι τοῖς Λεωνίδου IG 12.56.22
, cf. 94.14, al.;Χερρόνησον τοῖς αὑτοῦ τ. διορύξει D.6.30
;δημοσίοις τέλεσι Plu.Phoc.38
: in nom. sg., μάτην γὰρ οἴκῳ σὸν τόδ' ἐκβαίη τ. E.Fr. 639.10 a military station or post with defined duties (cf. signf. 5), ἐλθεῖν εἰς φυλάκων ἱερὸν τ. Il.10.56; αἶψα δ' ἐπὶ Θρῃκῶν ἀνδρῶν τ. ἷξον ἰόντες ib. 470; δόρπον ἔπειθ' ἑλόμεσθα κατὰ στρατὸν ἐν τελέεσσιν at our posts, in the ranks, 11.730, cf. 18.298; later, military unit, division, squadron,τέλει ἑνὶ τῶν ἱππέων Th.2.22
, cf. 4.96;πελταστῶν τέλη E.Rh. 311
;κατὰ τέλεα Hdt.1.103
, 7.87, al.;κατὰ τέλη Th.6.42
, Plb.11.11.6, cf. 11.15.2, Polyaen.2.1.17; in the Roman army, legion, J.AJ14.16.2, BJ1.17.9, Plu.Ant.18.56, App.BC5.87, al.II δίρρυμά τε καὶ τρίρρυμα τέλη troops or columns of.. chariots, A.Pers.47 (anap.); of ships,τρία τ. ποιήσαντες τῶν νεῶν Th.1.48
: also ὀρνίθων τέλεα flocks of birds, v.l. for γένεα, Hdt.2.64;τ. ἀθανάτων A.Fr. 151
(anap.).12 a territorial division, Στρατικὸν τ. SIG421.44 (Acarnania, iii B.C.); Κορωνείων τὸ τ. Supp.Epigr.3.354 (Thebes, iii B.C.); τὸ Λοκρικὸν τ. GDI2070 (Delph., ii B.C.).II degree of completion or attainment,τόσσον μὲν ἔχον τ., οὔατα δ' οὔ πω.. προσέκειτο Il.18.378
; degree of maturity, age,ἐπὴν δὴ τοῦτο τ. παραμείψεται ὥρης Mimn.2.9
;ἥβης πρὶν τ. ἄκρον ἰδεῖν Simon.123
;ἥβης τ. μολόντας E.Med. 920
; εἰς ἀνδρὸς τ. ἰέναι man's estate, Pl.Mx. 249a;εἰς πρεσβύτου τ. ἀφικομένοις Id.Epin. 992d
;τὸ τῶν παίδων τ. ἄδηλον οἷ τελευτᾷ κακίας καὶ ἀρετῆς ψυχῆς τε πέρι καὶ σώματος Id.Smp. 181e
;οὐδὲ γήρως ἔβας τ. σὺν τᾷδε E.Alc. 413
(lyr.).b a length of time (or space), term, course, ἀρετάς, αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ σὺν θεῷ θνατὸν διέρχονται βιότου τ. Pi.I.4(3).5(23); so perh. in E.Hipp.87 (v. infr. 3), and in διὰ τέλους (v. infr. 2 c).2 state of completion or maturity, τ. λαβεῖν, ἔχειν, of plants or animals, to attain maturity, Pl.Phdr. 276b, Lg. 834c, cf. 899e: hence, completion, end, finish, τ. ἐπιθεῖναι τῷ λόγῳ complete it, Id.Smp. 186a, cf. Prt. 348a; ὃ πᾶσι τοῖς προτέροις ἐπ έθηκε τ. as a finish to all his former acts, D.18.140;τὸ τ. τῆς σκηνῆς ἐποιήσαντο X.Cyr.2.3.24
;ταύτης.. τῆς ἡμέρας τοῦτο τὸ τ. ἐγένετο Id.An.1.10.18
; τ. λαβεῖν to be completed, Pl.R. 501e, Isoc.4.5;τ. ἔχειν Pl.Lg. 772c
; οὐ τ. ἵκεο μύθων didst not reach the end of thy speech, Il.9.56;ἐπὶ τέλους τοῦ δρόμου Pl.R. 613d
; (ii B.C.); (ii B.C.), cf. BGU1816.11 (i B.C.);ἡ εἰκοστὴ τοῦ νοσήματος ἡμέρα τ. μὲν τριῶν ἑβδομάδων, ἓξ δὲ τετράδων Gal.18(2).234
:—freq. in Adverbial phrases:a τέλος at last,ὥστε τ. ἡσυχίαν ἦγον Th.2.100
, cf. 5.46; but most freq. at the beginning of the clause,μάχης δὲ καρτερῆς γενομένης, τέλος οὐδέτεροι νικήσαντες διέστησαν Hdt.1.76
, cf.4.131, al.;τέλος δέ Id.1.36
, Thgn. 1294, etc.; ἀλλὰ τ. Hdt.6.137;τ. μέντοι Id.5.89
, X.HG5.4.30;τ. γε μέντοι S.Ant. 233
; καὶ τ. Hdt.4.154, Th.1.109; τό γε τ. Pl.Lg. 740e.b < ἐς τ. in the end, in the long run,πάντως ἐς τ. ἐξεφάνη Sol.13.28
, cf. Hdt.9.37; εἰς τ. S.Ph. 409;θνητῶν δ' εἰς τ. ὄλβιος οὐδείς E.IA 161
(anap.), cf. Hdt.3.40; ὁρῶντες τὴν Λιβύην εἰς τ. ἀβλαβῆ διαμένουσαν altogether, completely, Plb.1.20.7, cf. PTeb.38.11 (ii B.C.), OGI90.12 (Rosetta, ii B.C.), PSI10.1120.5 (i B.C./i A.D.); ἐς τ. ἄνυε μοίρας dub. l. in Theoc.1.93.c διὰ τέλους (orig. perh. from signf. 1.1 or 5, or 11.1b, through the (whole) performance or time), through to the end, completely, A.Pr. 275, S.Aj. 685, E.Supp. 270, Isoc.5.24, 8.17, 19.4; throughout, all the time, always, Antipho 5.42, Timocl.8.5, Hegesipp.Com.2.3; soδιὰ τέλεος Hp.Acut.46
(= διὰ παντὸς καὶ ἀεί acc. to Gal.15.618);διὰ τέλους ἀεί Pl.Phlb. 36e
; permanently, for good, τοῦ ἀφεθῆναί σε διὰ τ. PPetr.2p.45 (iii B.C.).e τέλει perh. in the end, S.OT 198 (lyr.).3 esp. τ. ἔχειν βίου to have reached the end of life, to be dead, Pl.Lg. 801e;ἐμοὶ μὲν τοῦ βίου τὸ τ. ἤδη πάρεστιν X.Cyr.8.7.6
;πᾶσίν ἐστιν ἀνθρώποις τ. τοῦ βίου θάνατος D.57.27
;εἰς τ. τοῦ ζῆν ἀφικνεῖσθαι S.OC 1530
: less freq. abs., death,ἐλπίς ἐστι νύκτερον τ. μολεῖν A.Th. 367
(lyr.);οἱ νεηνίαι οὐκέτι ἀνέστησαν ἀλλ' ἐν τέλεϊ τούτῳ ἔσχοντο Hdt.1.31
; ἔχει τὸ κάλλιστον τ. X.Cyr.7.3.11; ἔχει τ., = τετελεύτηκε, Laconian phrase acc. to Hsch.;τῶν ἤδη τ. ἐχόντων Pl.Lg. 717e
, cf. 772c, BGU1857.7 (i B.C.); reversely,τ. ἔχει τινά Pl.Lg. 740c
;οἷόν σε βίου τ. εἷλε E.Rh. 735
(anap.):—but ὀλβίως ἔλυσεν τὸ τ. βίου has paid life's toll (cf. supr.1.8), S.OC 1720 (lyr.); τὸ τ. ὁ χρόνος ἀπαιτεῖ Poet. in Mus.Script.p.452 von Jan; alsoτ. δὲ κάμψαιμ' ὥσπερ ἠρξάμην βίου E.Hipp.87
(cf. supr. 11.1b); πρὶν ἂν πέλας (v.l. τέλος)γραμμῆς ἵκηται καὶ τ. κάμψῃ βίου Id.El. 955
-6.4 end, cessation, ὡς δὲ πρὸς τ. γόων ἀφίκοντ' S.OC 1621; πῶς τροχηλάτου μανίας ἂν ἔλθοιμ' ἐς τ. πόνων τ' ἐμῶν; E.IT83; ὅταν δὴ πημάτων λάβῃ τ. Id.Hel. 534;τ. δέχει δὴ τῶν ἐμῶν προσφθεγμά των Id.Hec. 413
;ἡ μὲν οὖν ἐπανάστασις.. τοῦτο τὸ τ. ἔσχεν Hell.Oxy.10.3
;ἐπειδὴ οὐχ οἷόν τε εἰς ἄπειρον, τ. ἔσται πάσης φορᾶς Arist.Metaph.
1074a30.5 end of a word, A.D.Pron.12.25, al.; of a sentence,ἐπὶ τέλει πρόσκειται Sor.1.43
, cf. Gal.15.20; of a chapter or book,ἐπὶ τέλει ἀναλυθήσεται Archim.Sph.Cyl.2.4
, cf. Gal.15.10;πρὸς τῷ τ. ῥηθήσεται Pl.Lg. 957b
;πρὸς τῷ τ. τοῦ ἐντέρου Arist.PA 675a16
; ἀπὸ τέλους τοῦ σταδίου, opp. ἀπὸ μέσου, Id.Ph. 239b34 (cf. infr. 111.2).III achievement, attainment,τηλοῦ ἐμοὶ νόστοιο τ. γλυκεροῖο γενέσθαι Od.22.323
, cf. Pi.N.3.25;τ. δὲ τῆς ἀπαλλαγῆς τοῦ Αἰθίοπος ὧδε ἔλεγον γενέσθαι Hdt.2.139
; πῶς ἂν καὶ τοῦτο τοῦ τ. τυγχάνοι, i.e. might be achieved, Gem.8.36.2 winning-post, goal in a race,πρὸς τ. ὀρνύμενον B.5.45
; in a contest,ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τ. ἄκρον ἱκέσθαι Pi.I.4(3).32(50)
; εἰς τ. ἐλθεῖν, of runners in a race, Pl.R. 613c.b prize, ἔφερε πυγμᾶς τ. Pi.O.10(11).67; οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον ἀλλ' ἐφ' ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τ. Id.I.1.27;ποτὶ γραμμᾷ μὲν αὐτὰν στᾶσεκοσμήσαις, τ. ἔμμεν ἄκρον Id.P.9.118
(perh. 'to be the winning post and prize');κρίνεις τ. ἀρετᾶς B.10.6
: metaph.,οὐκ ἔχω εἰπεῖν τίνι τοῦτο Μοῖρα τ. ἔμπεδον ὤρεξε Pi.N.7.57
.3 Philos., full realization, highest point. ideal, ἅπτεσθαι τοῦ τ. Pl.Smp. 211b; πρὸς τ. ἰὼν τῶν ἐρωτικῶν ib. 210e;πρὸς τ. ἀρετῆς ἐλθόντα Id.Clit. 410e
, cf. R. 613c.b the end or purpose of action,τ. εἶναι ἁπασῶν τῶν πράξεων τὸ ἀγαθόν Id.Grg. 499e
; freq. in Arist., EN 1094a18, al.: hence, the final cause, = τὸ οὗ ἕνεκα, Id.Metaph. 994b9, 996a26, al.; hence simply = τὸ ἀγαθόν, the chief good, Id.EN 1097a21, Zeno Stoic.1.45, etc. -
3 φέρω
φέρω ([dialect] Locr. [full] φάρω [ᾰ], IG9(1).334.5 (Oeanthea, v. B.C.)), only [tense] pres. and [tense] impf. (late 1 [tense] aor. [ per.] 3pl.Aἤφεραν IG3.1379
), Il.21.458, etc.: [dialect] Ep. forms, [ per.] 2pl. imper.φέρτε Il.9.171
; [ per.] 2sg. subj. ; [ per.] 3sg. subj.φέρῃσι Il.18.308
, Od.5.164, al.; [dialect] Ep. inf.φερέμεν Il.9.411
, al.: [tense] impf. ἔφερον, [dialect] Ep.φέρον 3.245
; also φέρεσκε, φέρεσκον ([ per.] 3pl.), Od.9.429, 10.108.II [tense] fut.οἴσω Il.7.82
, etc.; [dialect] Dor.οἰσῶ Theoc.3.11
; [ per.] 1pl.οἰσεῦμες Id.15.133
; [ per.] 3pl. ηοίσοντι Tab.Heracl.1.150: the foll. act. forms are not [tense] fut. in sense, imper.οἶσε Od.22.106
, 481, Ar.Ach. 1099, 1101, 1122, Ra. 482;οἰσέτω Il.19.173
, Od.8.255; [ per.] 3pl.οἰσόντων Antim.15
; inf.οἴσειν Pi.P.4.102
, [dialect] Ep.οἰσέμεν Od.3.429
,οἰσέμεναι Il.3.120
, Od.8.399, etc.: [tense] aor. 1 inf.οἶσαι Ph.1.611
codd. ( ἀν-οῖσαι is prob. in Hdt.1.157):—[voice] Med., [tense] fut.οἴσομαι Il.22.217
, S.El. 969, etc. (in pass. sense, E.Or. 440, X.Oec.18.6; so [dialect] Dor.οἰσεῖται Archim.Fluit.1.7
, al.): [tense] fut. [voice] Pass.οἰσθήσομαι D.44.45
, Arist. Ph. 205a13, Archim.Fluit.1.3, al., ([etym.] ἐξ-) E.Supp. 561:—[voice] Pass., [tense] pf.προοῖσται Luc.Par.2
; cf. οἰστέον, οἰστός ([etym.] ἀν-οιστός).III from ἐνεγκ- (not found in Hom. or Hdt., exc. as v.l. in Il.19.194, but in Pi.O.13.66, I.8(7).21, ([etym.] προς-) Id.P.9.36, also B.16.62, and normal in [dialect] Att. and Trag., also in codd.Hp., Epid.1.1.2, al.) come [tense] aor. 1 ἤνεγκα, and [tense] aor. 2 ἤνεγκον:—Indic., [ per.] 1sg. (lyr.), 964, Ar.Ra. 1299, Th. 742, Lys. 944, ([etym.] δι-) Isoc.18.59, butἤνεγκα S.El. 13
, E. Ion38, Aeschin.2.4, and in compos. with Preps.; [ per.] 2sg. always (lyr.), ([etym.] ἐξ-) S.Tr. 741 (in Ar.Th. 742, δέκα μῆνας αὔτ' ἐγὼ ἤνεγκον is answd. by ἤνεγκας σύ;); [ per.] 3sg. ἤνεγκε, common to both forms; dualδι-ηνεγκάτην Pl.Lg. 723b
; pl. always ἠνέγκαμεν, -ατε, -αν ([ per.] 3pl.ἀπ-ήνενκαν IG22.1620.37
, al., once ἀπ-ήνεγκον ib. 1414.2; δι-ηνέγκομεν is f.l. in X.Oec.9.8): imper., [ per.] 2sg. , Ar.Eq. 110, X.Mem.3.6.9 ( ἔνεγκον cj. Pors. in Anaxipp. 8); [ per.] 3sg. (troch.), Th. 238, Pl.Phd. 116d, ([etym.] προς-) X.Smp.5.2; butἐξ-ενεγκέτω IG12.63.33
, 76.61; [dialect] Dor. [ per.] 3pl. ἐνεγκόντω ib.5 (1).26.16 (Amyclae, ii/i B. C.); [ per.] 2pl.ἐξ-ενέγκατε Ar.Ra. 847
: subj. ἐνέγκω common to both forms: opt., [ per.] 1sg. , Pl.Cri. 43c: [ per.] 3sg. ἐνέγκαι (cod.A, but - κοι cod.Laur.) S.Tr. 774, butἐνέγκοι Id.Fr.84
(anap.), Pl.R. 330a, ([etym.] ξυν-) Th.6.20, etc.; [ per.] 2pl. ἐνέγκαιτε ( ἐνέγκατε codd.) E.Heracl. 751 (lyr.): inf. , S.OC 1599, IG22.40.18, etc., ([etym.] προς-) Pi.P.9.36, Hp.VM15; Hellenistic ([etym.] εἰς-), PAmh.2.30.35 (ii B. C.), Ev.Marc. 2.4 ([etym.] προς-), etc., found also in codd.Hp., Aff.3 ([etym.] προς-), Nat.Mul.19 ([etym.] δι-): part.ἐνεγκών Pi.I.8(7).21
, S.El. 692, Th.6.56, etc.,ἐνέγκας IG22.1361.21
([etym.] εἰς-), 333.4, D.49.51 (and later, Demetr.Com.Nov.1.10 ([etym.] εἰς-), Arist.Oec. 1351a14, etc.; in X. we findἐξ-ενεγκόντες Mem.1.2.53
, and δι-ενεγκοῦσα, συν-ενεγκόντες, vv. ll. in ib.2.2.5, An.6.5.6):— [voice] Med., only ἠνεγκάμην, Ar.Ec.76 ([etym.] ἐξ-), etc. (exc. imper. ); [ per.] 2sg. , X.Oec.7.13; [ per.] 3sg. , Pl.R. 406b, etc.; [ per.] 1pl.ἠνεγκάμεθα Id. Ion 530b
, ([etym.] προ-) Phlb. 57a; inf.εἰς-ενέγκασθαι Isoc.15.188
: part.ἐνεγκάμενος Aeschin.1.131
, ([etym.] ἀπ-) X.Ages.6.2.IV from ἐνεικ- comes [tense] aor. 1 ἤνεικα, found mostly in [dialect] Ion. (but not in codd. Hp.), [dialect] Ep. and Lyr., also at Cos (v. infr.) and implied elsewh. in pass. forms (v. infr. v):—the endings are those of [tense] aor. 1, exc. in imper.ἔνεικε Od.21.178
, inf. ἐνεικέμεν (v.l. ἐνεγκέμεν) Il.19.194, ἐνείκην (v. infr.), and part. μετ-ενεικών, ἐξενικοῦσι (v. infr.), cf. συνενείκομαι:—[ per.] 1sg.ἀν-ένεικα Od.11.625
; [ per.] 2sg.ἀπ-ένεικας Il.14.255
; [ per.] 3sg.ἤνεικε Od.18.300
, al., Hdt.2.146, [dialect] Ep.ἔνεικε Il.15.705
, al.; [ per.] 1pl.ἐνείκαμεν Od.24.43
; [ per.] 3pl.ἤνεικαν Hdt.3.30
, [dialect] Ep.ἔνεικαν Il.9.306
; imper. [ per.] 2sg.ἔνεικον Anacr.62.3
; [ per.] 2pl.,ἐνείκατε Od. 8.393
; [ per.] 3pl.ἐνεικάντων Schwyzer 688
B 3 (Chios, v B. C.); inf.ἐνεῖκαι Il.18.334
, Pi.P.9.53, Hdt.1.32; ἐνεικέμεν (v. supr.); [dialect] Aeol.ἐνείκην Alc.Oxy.1788
Fr.15ii 20; part.ἐνείκας Il.17.39
, ([etym.] ἀν-) Hdt.2.23;μετ-ενεικών Abh.Berl.Akad.1928(6).22
(Cos, iii B. C.):—[voice] Med., [ per.] 3sg.ἀν-ενείκατο Il.19.314
; [ per.] 3pl.ἠνείκαντο 9.127
, Hdt.1.57, ([etym.] ἐς-) 7.152; part.ἐνεικάμενος Alc.35.4
.2 [tense] aor. 1 ἤνῐκα is found in the foll. dialect forms: [ per.] 3sg.ἤνικε IG42(1).121.110
(Epid., iv B. C.); Bi11 (Delph., iv B. C.);ἀν-ήνικε IG4.757A12
, al. (Troezen, ii B. C.); ἀπ-ήνικε ib.42(1).103.16, al. (Epid., iv B. C.); but ἤνῑκε is prob. written for ἤνεικε in IG4.801.3 (Troezen, vi B. C.); [ per.] 1pl. ἀν-ηνίκαμες [ῐ] GDI 3591b21 ([place name] Calymna); [ per.] 3pl. Bi 17 (Delph., iv B. C.), IG 12(2).15.15 (Mytil., iii B. C.); [ per.] 3sg. subj.ἐνίκει Berl.Sitzb.1927.161
([place name] Cyrene); ἐς-ενίκη, and inf. ἐς-ένικαι, IG12(2).645b43,39 (Nesus, iv B. C.); part. (dat. pl.)ἐξ-ενικοῦσι IG4.823.49
(Troezen, iv B. C.); so in later Gr.,εἰς-ήνικα Supp.Epigr.7.381
,382 (Dura-Europos, iii A. D.); ἤνιγκα ib.383 (ibid., iii A. D.):—[voice] Med., part.ἐξ-ε[νικ]άμενος IG12
(2).526a5 (Eresus, iv B. C.).b [dialect] Boeot. [tense] aor. 1 in [ per.] 3pl.εἴνιξαν IG7.2418.24
(Thebes, iv B. C.); [ per.] 1sg. ἤνειγξα Hdn.Gr.2.374.V other tenses: [tense] pf.ἐνήνοχα D.21.108
, 22.62, ([etym.] ἐξ-) Luc.Pr.Im.15,17, ([etym.] μετ-) Pl.Criti. 113a, ([etym.] συν-) v. l. in X.Mem.3.5.22:—[voice] Pass., [tense] fut.ἐνεχθήσομαι Arist.Ph. 205b12
, Archim.Fluit.2.2, al., ([etym.] ἐπ-) Th.7.56, ([etym.] κατ-) Isoc.13.19: [tense] aor.ἠνέχθην X.An.4.7.12
and freq. in compds.; [dialect] Ion.ἀπ-ηνείχθην Hdt.1.66
, etc.; ([etym.] περι-) ib.84; [ per.] 3pl. written ἠνείχτθησαν in Schwyzer 707B9 (Ephesus, vi B. C.); [dialect] Dor. part.ἐξ-ενειχθείς IG42(1).121.115
(Epid., iv B. C.); Hellenisticἐνεγχθείς PCair.Zen.327.42
(iii B. C.), ([etym.] συμπερι-) IPE12.32A31,78, B70 (Olbia, iii B. C.); in dialects, [ per.] 3sg. indic.ἀπ-ηνίχθη IG42(1).103.111
(Epid., iv B. C.); [ per.] 3sg. subj. ἐξενιχθῇ ib.12(5).593 A23 (Ceos, v B. C.), Abh.Berl.Akad.1928(6).21 (Cos, iii B. C.); [dialect] Boeot.ἐν-ενιχθεῖ IG7.3172.150
(Thespiae, iii B. C.); part. (neut.)ἐπ-ενιχθέν Abh.Berl.Akad.1928(6).53
(Telos, iv B. C., ined.); [dialect] Att. [tense] pf.ἐνήνεγμαι, ἐνήνεκται Pl.R. 584d
,εἰς-ενήνεκται E. Ion 1340
;ἀν-ενήνεγκται IG12.91.4
; ἐπαν-ενήνειγκται ib.22.1607a7; [dialect] Ion.ἐξ-ενηνειγμένος Hdt.8.37
; [dialect] Att. [tense] plpf.προς-ενήνεκτο X.HG4.3.20
; part.κατ-, μετ-ενηνεγμένος Plb.10.30.2
, Str.13.1.12. (With φέρω cf. Lat.fero, OE. beran, Skt. bhárati 'bear'; οἴσω is of uncertain origin; ἐνεγκ- is prob. redupl. ἐγκ- ( ἐνεκ- in [voice] Pass. forms and in δουρηνεκής, etc.), cogn. with Skt. náśati 'attain,' Lat. nanciscor, Lith. nèšti 'carry, bear'; ἐνεικ- ([etym.] ἐνῐκ-) is of uncertain origin; the glosses ἐνέεικαν· ἤνεγκαν, and ἐνεείκω· ἐνέγκω (Hsch.) are not corroborated.)A [voice] Act.,I bear or carry a load,ἐν ταλάροισι φέρον μελιηδέα καρπόν Il.18.568
;μέγα ἔργον, ὃ οὐ δύο γ' ἄνδρε φέροιεν 5.303
;ἦγον μὲν μῆλα, φέρον δ' εὐήνορα οἶνον Od.4.622
;χοάς A.Ch.15
;φ. ἐπ' ὤμοις S.Tr. 564
;χερσὶν φ. Id.Ant. 429
;φ. ὅπλα βραχίονι E.Hec.14
; bear (as a device) on one's shield, A.Th. 559, etc.; γαστέρι κοῦρον φ., of a pregnant woman, Il.6.59; φ. ὑπὸ ζώνην or ζώνης ὕπο, A.Ch. 1000(992), E.Hec. 762: in Trag. stronger than ἔχω, ἁγνὰς αἵματος χεῖρας φ. to have hands clean from blood, E.Hipp. 316 (v.l. φορεῖς); ἀλαὸν ὄμμα φέρων Id.Ph. 1531
(lyr.);γλῶσσαν εὔφημον φ. A.Ch. 581
, cf. Supp. 994;καλὸν φ. στόμα S.Fr. 930
codd. (nisi leg. φορῇ) ; ἄψοφονβάσιν φ. Id.Tr. 967
(lyr.).II bear, convey, with collat. notion of motion, freq. in Hom.,πῇ δὴ.. τόξα φέρεις; Od.21.362
; πρόσω φ. ib. 369;εἴσω φέρω σ' ἐντεῦθεν Ar.V. 1444
, cf. Pl.Lg. 914b;πόδες φέρον Il.6.514
;πέδιλα τά μιν φέρον 24.341
, etc.; of horses, 2.838;ἵππω.. ἅρμα οἴσετον 5.232
, etc.; of ships, Od.16.323, cf. Il.9.306;τὰ σώματα τῶν ζῴων συνέστηκεν ἐκ τοῦ φέροντος καὶ τοῦ φερομένου Diocl. Fr.17
.b of persons, bring to bear, μένος or μένος χειρῶν ἰθύς τινος φέρειν hurl one's strength right upon or against him, Il.16.602, 5.506; φ. τὴν ὀργήν, τὴν αἰτίαν ἐπί τινα, Plb.21.31.8, 33.11.2.2 of wind, bear along, [πνοιὴ Ζεφύρου] φ. νῆάς τε καὶ αὐτούς Od.10.26
; [σχεδίην] ἄνεμοι φέρον ἔνθα καὶ ἔνθα 5.330
, cf. 4.516, Il.19.378, etc.;ἐπέλασσε φέρων ἄνεμος Od.3.300
, 7.277, cf. 5.111, etc.: abs., ὁ βορέας ἔξω τοῦ Πόντου εἰς τὴν Ἑλλάδα φέρει is fair for Greece, X.An.5.77: metaph.,ὅπῃ ἂν ὁ λόγος ὥσπερ πνεῦμα φ. Pl.R. 394d
;φ. τινὰ φρένες δύσαρκτοι A.Ch. 1023
, cf. Th. 687 (lyr.):—[voice] Pass., v. infr. B.III endure, suffer,λυγρά Od.18.135
;ἄτην Hdt.1.32
; χαλινόν, ζυγόν, A.Ag. 1066, 1226; πημονάς, τύχας, Id.Pers. 293, E.Or. 1024;ξυμφοράς Th.2.60
; ; also of food,ἐσθίουσι πλείω ἢ δύνανται φ. X.Cyr.8.2.21
; of strong wine, bear, admit, καὶ τὰ τρία φέρων καλῶς, i.e. three parts of water, instead of ἴσον ἴσῳ, Ar.Eq. 1188, cf. Ach. 354; so τὰς ἐπιδείξεις.. φέρουσιν αὐτοῦ (sc. Ἰσοκράτους)οἱ λόγοι, τοὺς δὲ ἐν ἐκκλησίαις.. ἀγῶνας οὐχ ὑπομένουσι D.H.Isoc.2
: metaph.,ᾗ φέρειν πέφυκε Pl.Ti. 48a
.2 freq. with modal words,πήματα κόσμῳ φ. Pi.P.3.82
; ;ὀργῇ τὸν πόλεμον Th.1.31
;θυμῷ φ. Id.5.80
;χαρᾷ φ. τι J.AJ19.1.13
: esp. with an Adv., [ὕβριν] ῥηϊδίως φ. Hes.Op. 215
; δεινῶς, βαρέως, πικρῶς, χαλεπῶς φέρειν τι, bear a thing impatiently, take it ill or amiss, Hdt.2.121.γ, 5.19, E. Ion 610, Pl.R. 330a, etc.; δυσπετῶς, βαρυστόνως φ., A.Pr. 752, Eu. 794; προθύμως φέρειν τὸν πόλεμον to be zealous about the war, Hdt.9.18,40;προθύμως τὰ τοῦ πολέμου ἔφερον Th.8.36
;αἶσαν φέρειν ὡς ῥᾷστα A.Pr. 104
;συμφορὴν ὡς κουφότατα φ. Hdt.1.35
;ῥᾳδίως φ. Pl.Grg. 522d
, al.;εὐπετῶς φ. S.Fr. 585
, X.Mem.2.1.6; εὐπόρως ( εὐφόρως Brunck) ; εὐμενῶς, εὐχερῶς φ., D.Ep. 3.45, Pl.R. 474e; these phrases are used mostly c. acc. rei; also c. part.,βαρέως ἤνεικε ἰδών Hdt.3.155
, cf. Ar.Th. 385, etc.;φ. ἐλαφρῶς.. λαβόντα ζυγόν Pi.P.2.93
;ῥᾳδίως φέρεις ἡμᾶς ἀπολείπων Pl. Phd. 63a
: c. gen.,τοῦ ἐνδεοῦς χαλεπώτερον φ. Th.1.77
, cf. 2.62;ἐπί τινι, χαλεπῶς φ. ἐπὶ τῇ πολιορκίᾳ X.HG7.4.21
, cf. Isoc.12.232;πράως ἐπὶ τοῖς γιγνομένοις φ. D.58.55
: c. dat. only, βαρέως φέρειν τοῖς παροῦσι, τῇ ἀτιμίᾳ, X.An.1.3.3, HG3.4.9, cf. 5.1.29; later, χαλεπῶς φ. διά τι, πρός τι, D.S.17.111, Jul.Or.1.17c codd.IV bring, fetch,εἰ.. θεὸς αὐτὸν ἐνείκαι Od.21.196
;φ. ἄποινα Il.24.502
;ἄρνε 3
, 120, cf. Sapph.95; ὕδωρ, οἶνον, Anacr.62.1;ἔντεα Il.18.191
;τόξα Od.21.359
; ; , etc.;γῆν τε καὶ ὕδωρ Hdt.7.131
:—[voice] Med., carry or bring with one, or for one's own use,ποδάνιπτρα Od.19.504
;οἶνον Alc.35
, cf. Hdt.4.67, 7.50, X. Mem.3.14.1;φερνὰς δόμοις E.Andr. 1282
; fetch, Od.2.410;χοὰς ἐκ κρήνης S.OC 470
.2 bring, offer, present,δῶρα Od.8.428
, etc.;μέλος Pi.P.2.3
; ;φ. πέπλον δώρημά τινι S.Tr. 602
;πρός τινα δῶρα X.An.7.3.31
; χάριν τινὶ φ. grant any one a favour, do him a kindness, Il.5.211, Od.5.307, al.;ἐπὶ ἦρα φ. τινί Il.1.572
, Od.3.164, etc.; φ. τισὶ εὐνοίας, ὄνησιν ἀστοῖς, A.Supp. 489, S.OC 287; but after Hom., χάριν τινὶ φ. show gratitude to him, Pi.O.10(11).17; μῆνιν φ. τινί cherish wrath against.. A.Niob. in PSI11.1208.12.b = ἄγω iv. 1,ἄχρι νῦν καθ' ὥραν ἔτους λέγονται πένθος ἐπὶ Μελεάγρῳ φέρειν Ant.Lib.2.7
; Ἰάλεμος· ὁ ἐπὶ τοῖς ἀπολωλόσιν ἀνίαν φέρων, Suid.:—[voice] Med.,τοῦ γονέως ἐφ' ᾧ γε τὸ πένθος φέρεσθε Phalar.Ep.103.1
.3 bring, produce, cause, [ἀστὴρ] φέρει πυρετὸν βροτοῖσιν Il.22.31
;ὄσσαν.. ἥ τε φ. κλέος ἀνθρώποισι Od.1.283
, cf. 3.204; φ. κακόν, πῆμα, ἄλγεα, etc., work one woe, Il.8.541, Od.12.231, 427, etc.; δηϊοτῆτα φ. bring war, 6.203;ἐπ' ἀλλήλοισι φ. Ἄρηα Il.3.132
, cf. 8.516; ;θάνατον φ. B.5.134
;τοῦτο εὐδοξίαν σοι οἴσει Pl.Ep. 312c
; ;τέχναι.. φόβον φέρουσιν μαθεῖν A.Ag. 1135
(lyr.); ὥσπερ τὸ δίκαιον ἔφερε as justice brought with it, brought about, i.e. as was just, no more than just, Hdt.5.58;ἀν' ὄ κα φέρῃ ὁ λόγος ὁ ταμία Φιλοκλέος IG42(1).77.13
(Epid., ii B. C.); of a calculation, yield a result, Vett.Val.349.27; produce, adduce, bring forward,παραδείγματα Isoc.7.6
, etc.;πάσας αἰτίας D.58.22
;ἁρμόττουσαν εἰκόνα Id.61.10
:—[voice] Pass.,εἰς τὴν συνηγορίαν.. τοιαῦτά τινα φέρεται Sor.2.3
.4 μῦθον φ. τινί bring one word, Il.10.288, 15.202; ἀγγελίην φ. bring a message, ib. 175, Od.1.408;λόγον Pi.P.8.38
;ἐπιστολὰς φ. τινί S.Aj. 781
, cf. Tr. 493;ἐπιστολήν X.Ages.8.3
: hence, tell, announce, πευθώ, φάτιν, A.Th. 370, Ag.9;σαφές τι πρᾶγος Id.Pers. 248
(troch.), cf. Ag. 639, etc.; report, ἀγήν (breakages) PCair.Zen. 15r27 (iii B. C.); φ. κεχωνευκώς reports that he has.., ib.741.26, cf. 147.4, 268.24 (all iii B. C.); enter, book a payment made, PBaden47.12:—[voice] Med.,λόγους φ. E.Supp. 583
; but also ἀγγελίας ἔπος οἴσῃ thou shalt have it brought thee, receive, Id.Ph. 1546 (lyr.);μαντήϊα.. φέρονται Hes.Fr.134.9
:—[voice] Pass., θάνατον ἀνάγκη φέρεσθαι τοῦ διαθεμένου the death of the testator must be announced, Ep.Heb.9.16.5 pay something due or owing, φόρον τέσσαρα τάλαντα φ. pay as a tax or tribute, Th.4.57, cf. IG12.57.9, Pl.Plt. 298a, PCair.Zen.467.7 (iii B. C.);δασμόν X.An.5.5.10
; σύνοδον φ. subscribe to the expense of a meeting, IG22.1012.14, 1326.6;χρήματα πᾶσι τάξαντες φ. Th.1.19
;μισθὸν φ. X.Cyr.1.6.12
(but usu., receive, draw, pay,μισθὸν δύο δραχμὰς τῆς ἡμέρας Ar.Ach.66
; ;αἱ νῆες μισθὸν ἔφερον Th. 3.17
, cf. X.An.1.3.21, Oec.1.6);φ. ἐννέα ὀβολοὺς τῆς μνᾶς τόκους Lys.Fr.1.2
, cf. Lycurg.23; also of property, bring in, yield as rent,φ. μίσθωσιν τοῦ ἐνιαυτοῦ Is.5.35
.6 apply, refer, , Chrm. 163d, R. 478b, cf. Plb.3.36.7, al.; φ. τὰ πράγματα ἐπί τινα confer powers upon, Id.2.50.6.7 ψῆφον φ. give one's vote, A.Eu. 674, 680, And.1.2, Is.11.18; ψῆφος καθ' ἡμῶν οἴσεται ([voice] Pass.) E.Or. 440;περὶ ταύτης ἡ ψῆφος οἰσθήσεται D.44.45
;ὑπὲρ ἀγῶνος Lycurg.7
, cf. 11: hence φ. τινά appoint or nominate to an office,φ. χορηγόν D.20.130
, 39.7, cf. Pl.Lg. 753d, Arist.Pol. 1266a10:—[voice] Pass., ibid.; (ii B. C.);τῶν φερομένων ἐν Κλεοπάτρᾳ κληρούχων PRein.10.13
, al. (ii B. C.); φερομένου μου ἐν τῇ συνοχῇ since I am enrolled in prison, i.e. am in prison, BGU1821.21 (i B. C.):—[voice] Med., choose, adopt,ταύταν φ. βιοτάν E.Andr. 785
(lyr.).V bring forth, produce, whether of the earth or of trees,φ. ἄρουρα φάρμακα Od.4.229
;ἄμπελοι φ. οἶνον 9.110
; [νῆσος] φ. ὥρια πάντα ib. 131, cf. Hes.Op. 117; [οὐ] γῆ καρπὸν ἔφερε Hdt.6.139
;γύαι φ. βίοτον A.Fr.196.5
, cf. Pi.N.11.41, E.Hec. 593, etc.: abs., bear fruit, be fruitful,εὖτ' ἂν τάδε πάντα φέρῃσι h.Merc.91
; ἡ γῆ ἔφερε ( καρπόν add. codd. quidam) Hdt.5.82;αἱ ἄμπελοι φέρουσιν X.Oec.20.4
; also of living beings,τόπος ἄνδρας φ. Pl.Ti. 24c
;ἤνεγκεν αὐτὸν Λαοδίκεια Philostr. VS1.25.1
; one's country,Hld.
2.29, Lib.Or. 2.66, al., Chor.p.81 B., Lyd.Mag.3.26, dub. in Supp.Epigr.4.439 (Milet.) without Art. (alsoἡ ἐνεγκαμένη Jul.Ep. 202
); or Mother Earth, M.Ant.4.48: generally, create, form,Πηνειὸς Τέμπη φ. Philostr.Im.1.25
; [τὰ βρέφη] ἄρχεται φέρειν τοὺς ὀδόντας Aët.4.9
;φ. τοὺς κυνόδοντας Gp.16.1.14
.VI carry off or away,Κῆρες ἔβαν θανάτοιο φέρουσαι Il.2.302
;φ. τινὰ ἐκ πόνου 14.429
, 17.718, etc.; of winds, [ἔπος] φέροιεν ἀναρπάξασαι ἄελλαι may the winds sweep away the word, Od.8.409; of a river, Hdt.1.189:—[voice] Med., carry off with one, Od.15.19.2 carry away as booty or prize, ἔναρα, τεύχεα, Il.6.480, 17.70;αἶγα λέοντε φ. 13.199
; δεῖπνον φ., of Harpies, A.Eu.51;ἐνέχυρα βίᾳ φ. Antipho 6.11
; in the phrase φέρειν καὶ ἄγειν (cf.ἄγω 1.3
), IG12.69.19; φέροντα ἢ ἄγοντα Lex ap.D.23.60;αἴ κα.. ἄγῃ ἢ φέρῃ Leg.Gort.5.37
;ἥρπαζον καὶ ἔφερον Lys.20.17
;κείρων ἢ φέρων IG12(9).90.10
(Tamynae, iv B. C.);αἴ τίς κα.. φέρει τι τῶν ἐν τᾷ ἱαρᾷ γᾷ Tab.Heracl.1.128
; of a divorced wife,αἰ δέ τι ἄλλο φέροι τῶ ἀνδρός, πέντε στατῆρανς καταστασεῖ κὤτι κα φέρῃ αὐτόν Leg.Gort.3.2
; φέρειν alone, rob, plunder, ;ἀλλήλους Th.1.7
; abs., SIG38.23 (Teos, v B. C.):—[voice] Pass.,φερόμενοι Βακχῶν ὕπο E.Ba. 759
:—[voice] Med. in same sense,ἔναρα Il.22.245
;πελέκεας οἶκόνδε φ. 23.856
;ἀτερπέα δαῖτα Od.10.124
, cf. 15.378.3 carry off, gain, esp. by toil or trouble, win, achieve, both [voice] Act. and [voice] Med.,ἤ κε φέρῃσι μέγα κράτος ἦ κε φεροίμην Il.18.308
;φέρειν τρίποδα Hes.Op. 657
; ; ; τἀριστεῖα, τὰ νικητήρια, Pl.R. 468c, Lg. 657e;πέρα.. οὐδὲν φ. S.OC 651
;ἐκ σοῦ πάντ' ἄνευ φόβου φ. Id.OT 590
; τίς.. πλέον τᾶς εὐδαιμονίας φέρει ἤ .. ; ib. 1190 (lyr.), cf. El. 1088 (lyr.); in bad sense,μείζω τὴν αἰσχύνην φ. Pl.Lg. 671e
: also, receive one's due,φ. χάριν S.OT 764
; ; μισθὸν φέρειν (v. supr. iv.5); of a priest's perquisites,φέρει ὁ ἱαρεὺς γέρη σκέλη κτλ. BMus.Inscr.968
A 9 ([place name] Cos), cf. IG12.24.10, al., SIG56.35 (Argos, v B. C.):—[voice] Med. (v. ad init.), win for oneself,κῦδος οἴσεσθαι Il.22.217
; δέπας, τεύχεα, carry off as a prize, 23.663, 809, al.; ἀέθλια or ἄεθλον φ. carry off, win a prize, 9.127, 23.413; τὰ πρῶτα φέρεσθαι (sc. ἄεθλα) 23.275, 538; ; of perquisites, τὸ.. σκέλος τοὶ ἱαρομνάμονες φερόσθω (i. e. φερούσθω from Φερόνσθω) IG42(1).40.13 (Epid., v/iv B. C.): henceοὐ τὰ δεύτερα Hdt.8.104
; πλέον φέρεσθαι get more or a larger share for onself, gain the advantage over any one, τινος Hdt.7.211, cf. S.OT 500 (lyr.), E.Hec. 308; ταῦτα ἐπὶ σμικρόν τι ἐφέροντο τοῦ πολέμου this they received as a small help towards the war, Hdt.4.129; ; ;χάριν φέρεσθαι παρ' ὑμῶν And.2.9
;φ. τὴν ἀπέχθειαν αὐτῶν Antipho 3.4.2
; ;εὐσέβειαν ἐκ πατρὸς οἴσῃ S.El. 969
;δάκρυ πρὸς τῶν κλυόντων A.Pr. 638
;ἀπό τινος βοσκάν Id.Eu. 266
(lyr.);ἐξ ἀνανδρίας τοὔνομα Aeschin.1.131
: generally, get for one's own use and profit, take and carry away, esp. to one's own home,τοῦ.. πάμπρωτα παρ' ἀγλαὰ δῶρα φέροιο Il.4.97
: hence φέρειν or φέρεσθαι is often used pleon., v. infr. xi.VII abs., of roads or ways, lead to a place,ὁδὸν φέρουσαν ἐς ἱρόν Hdt.2.122
, cf. 138; τὴν φέρουσαν ἄνω (sc. ὁδόν) Id.9.69;τῆς μὲν ἐς ἀριστερὴν ἐπὶ Καρίης φ., τῆς δὲ ἐς δεξιὴν ἐς Σάρδις Id.7.31
;ἐπὶ Σοῦσα X.An.3.5.15
; ;ἡ ἐς Θήβας φέρουσα ὁδός Th.3.24
(but ἡ ἐπ' Ἀθηνῶν φέρουσα ibid.); also ἡ θύρα ἡ εἰς τὸν κῆπον φ. the door leading to the garden, D.47.53; αἱ εἰς τὴν πόλιν φ. πύλαι, αἱ ἐπὶ τὸ τεῖχος φ. κλίμακες, X.HG7.2.7, cf. PMich.Zen.38.27 (iii B. C.), Plb.10.12.3.2 of a district or tract of country, stretch, extend to or towards, φέρειν ἐπί orἐς θάλασσαν Hdt.4.99
; ἐς τὴν μεσόγαιαν ib. 100;πρὸς νότον Id.7.201
; ἡ ἀπὸ δυσμῶν αὐτῆς (sc. τῆς Κιμβρικῆς)καὶ ἐπὶ τὸν Ἄλβιν φέρουσα Ptol.Geog.2.11.2
, cf. 3.3 metaph., lead to or towards, be conducive to,ἐς αἰσχύνην φέρει Hdt.1.10
;τὰ ἐς ἄκεσιν φέροντα Id.4.90
; ἐς βλάβην, ἐς φόβον φέρον, S.OT 517, 991; : esp. in good sense, tend, conduce to one's interest, ἐπ' ἀμφότερά τοι φέρει (impers.)ταῦτα ποιέειν Hdt.3
. 134; soτὰ πρὸς τὸ ὑγιαίνειν φέροντα X.Mem.4.2.31
;τροφαὶ μέγα φ. εἰς ἀρετάν E.IA 562
(lyr.); μέγα τι οἰόμεθα φέρειν (sc. κοινωνίαν γυναικῶν τε καὶ παίδων)εἰς πολιτείαν Pl.R. 449d
; τὰ καλὰ ἐπιτηδεύματα εἰς ἀρετῆς κτῆσιν φ. ib. 444e, cf. X.Cyr.8.1.42; τοῦτο ἔφερεν αὐτῷ was for his good, M.Ant.5.8.b point to, refer to a thing,ἐς τί ὑμῖν ταῦτα φαίνεται φέρειν; Hdt.1.120
; φωνὴ φέρουσα πρός τινα addressed to him, Id.1.159; , cf. 6.19; [ὄψις] φέρει ἐπὶ πᾶσαν γῆν refers to.., extends over.., Id.7.19; τὰ ἴχνη τῆς ὑποψίας εἰς τοῦτον φ. point to him, Antipho 2.3.10;πρός τινας Pl.R. 538c
;ταύτῃ <ὁ> νόος ἔφερε Hdt.9.120
; ἡ τοῦ δήμου φέρει γνώμη, ὡς .., the people's opinion inclines to this, that.., Id.4.11;ἐπὶ τὸ αὐτὸ αἱ γνῶμαι ἔφερον Th.1.79
: c. inf., τῶν ἡ γνώμη ἔφερε συμβάλλειν whose opinion inclined to giving battle, Hdt.6.110, cf. 5.118; πλέον ἔφερέ οἱ ἡ γνώμη κατεργάσεσθαι his opinion inclined rather to the view.., Hdt.8.100, cf. 3.77.VIII carry or have in the mouth, i. e. speak of,πολύν τινα ἐν ταῖς διαβολαῖς φέρειν Aeschin.3.223
; use a word,οὐκ οἶδα καθ' ὁποτέρου τούτων οἱ παλαιοὶ τὸ τῆς ζειᾶς ἔφερον ὄνομα Gal.Vict.Att.6
, cf. 7.644, 15.753, 876; record an event,οἱ δευτέρῳ μετὰ τὴν ἔξοδον.. ἔτει φέροντες αὐτήν D.H.1.63
: more freq. in [voice] Pass., πονηρῶς, εὖ, φέρεσθαι, to be ill or well spoken of, X.HG1.5.17, 2.1.6;ἀτίμως ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων φ. Pl.Ep. 328e
; abs., φέρεται [the report] is carried about, i.e. it is said, c. acc. et inf.,τοιόνδε φέρεται πρῆγμα γίνεσθαι Hdt.8.104
(v.l.); ἐν χρόνοις φέρεται μνημονευομένοις is recorded as occurring within historical times, Str.1.3.15;ὅτε καὶ Δημόκριτος φέρεται τελευτήσας Sor.Vit.Hippocr.11
;κρίνομεν.. τὰ γραφέντα ὑφ' ἡμῶν προστάγματα ἐν τοῖς ἱεροῖς νόμοις φέρεσθαι παρ' ὑμῖν OGI331.60
(Pergam., ii B. C.); are in use,Ptol.
Geog.7.4.11; of literary works, to be in circulation,ἐπιστόλιον αὐτοῦ τοιοῦτον φέρεται Plu.2.808a
, cf. 209e, 832d, 833c, al., Jul.Or.6.189b, Gp.2.35.8, Eun.VSp.456 B.; πρόλογοι διττοὶ φέρονται Arg.E.Rh.; ὁ στίχος οὗτος ἔν τισιν οὐ φέρεται Sch.E. Ph. 377, cf. Sch.Il.8.557.2 of words, φέρεσθαι ἐπί τι to refer to something, A.D.Pron.61.5, Synt.21.14, al.1 before another imper.,φέρε γὰρ σήμαινε A.Pr. 296
(anap.);φέρ' εἰπὲ δή μοι S.Ant. 534
;φ. δή μοι τόδε εἰπέ Pl.Cra. 385b
; soφέρετε.. πειρᾶσθε Hdt.4.127
.2 before [ per.] 1sg. or pl. of subj. used imperatively, φέρε ἀκούσω, φέρε στήσωμεν, Hdt.1.11,97;φ. δὲ νῦν.. φράσω Id.2.14
;φέρ' ἴδω, τί δ' ἥσθην; Ar.Ach.4
;φέρε δὴ κατίδω Id. Pax 361
, cf. 959; φ. δὴ ἴδωμεν, φ. δὴ σκεψώμεθα, Pl.Grg. 455a, Prt. 330b, cf. E.Or. 1281 (lyr.), Ph. 276, etc.: less freq. before 2 pers.,φέρε.. μάθῃς S.Ph. 300
.3 before a rhetorical question,φέρε.. τροπαῖα πῶς ἀναστήσεις; E.Ph. 571
;φ. δὴ νῦν.. τί γαμεῖθ' ἡμᾶς; Ar.Th. 788
(anap.), cf. Ach. 541, Pl.R. 348c; φ. μῶν οὐκ ἀνάγκη .. ; Id.Lg. 805d; φ. πρὸς θεῶν πῶς .. ; Id.Grg. 514d; freq. in phraseφέρε γάρ, φέρε τίς γὰρ οὗτος; Ar.Nu. 218
;φ. γὰρ πρὸς τίνας χρὴ πολεμεῖν; Isoc.4.183
, cf. Antipho 5.36; alsoφ. δή Pl.Grg. 455a
, al.: usu. first in a sentence, butτὴν ἀνδρείαν δὲ φ. τί θῶμεν; Id.Lg. 633c
, etc.5 φέρε c. inf., suppose, grant that..φ. λέγειν τινά Plu.2.98b
; φ. εἰπεῖν let us say, D.Chr.31.93, 163, Porph.Abst.3.3;οἷον φ. εἰ. Iamb. in Nic.p.47
P., al. ( οἷον φέρε alone, Hierocl. in CA11p.439M.).X part. neut. τὸ φέρον, as Subst., destiny, fate, τὸ φ. ἐκ θεοῦ [καλῶς] φέρειν [χρή] ye must bear nobly what heaven bears to you, awards you, S.OC 1693 (lyr., codd., sed secl. καλῶς, χρή); εἰ τὸ φερον σε φέρει, φέρε καὶ φέρου AP 10.73
(Pall.).2 part. φέρων in all genders freq. joined with another Verb:a to express a subsidiary action, φέρων ἔδωκε he brought and gave, Od.22.146; δὸς τῷ ξείνῳ ταῦτα φέρων take this and give it him, 17.345; ἔγχος ἔστησε φέρων brought the spear and placed it, 1.127; σῖτον παρέθηκε φέρουσα ib. 139, al., cf. S.Tr. 622;τοῦτο ἐλθὼν οἴκαδε φέρων τῷ πατρὶ ἔδωκα Pl.Hp.Ma. 282e
, cf. R. 345b; soὁ μὲν Ἐπίχαρμον.. εἰς δέκα τόμους φέρων συνήγαγεν Porph.Plot. 24
; ἑκάστῃ ἐννεάδι τὰ οἰκεῖα φέρων συνεφόρησα ibid., etc.; sts. translatable by with,ᾤχοντο φέροντες τὰ γράμματα Th.7.8
.b intr., in pass. sense, to denote unrestrained action,νῦν σε μάλ' οἴω.. φέροντα.. φιλητεύσειν h.Merc. 159
; φέρουσα ἐνέβαλε νηΐ φιλίῃ she went and rammed, rammed full tilt, Hdt.8.87; ὅταν ἐπὶ θάτερ' ὥσπερ εἰς τρυτάνην ἀργύριον προσενέγκῃς, οἴχεται φέρον down it sinks, D.5.12;τὰ μὲν ἄλλα μέρη τοῦ πολέμου παρῆκαν, φέροντες δὲ παντὶ τῷ στρατεύματι πρὸς αὐτὸν Ἀκράγαντα προσήρεισαν
hurling themselves,Plb.
1.17.8;εἰς τοῦτο φέρων περιέστησε τὰ πράγματα Aeschin.3.82
; ὑπέβαλεν ἑαυτὸν φέρων Θηβαίοις ib.90, cf. 1.175, 3.143,146; in the foll. passages φέρων accompanies a Verb of throwing, giving, entrusting, or dedicating, and expresses wholehearted action, whether wise or unwise; there is always an accus., freq. of the reflex. Pron., governed by the principal Verb (or perh. by φέρων): ἐπεὶ ἐς τοὺς κρατῆρας ἐμαυτὸν φέρων ἐνέβαλον (sc. ὁ Ἐμπεδοκλῆς ) when I went (or took) and threw myself.., Luc.Icar.13, cf. Fug.1, Plu.Comp.Arist. Cat.1, Fab.6, Per.12, Paus.1.30.1, Ael.VH8.14, Frr.10,69, Philostr. VA3.4;τὴν κατασκευὴν.. φέρων ἐδωρήσατο τῇ μητρί D.S.31.27
, cf. Ach.Tat.1.7;σεαυτὸν.. φέρων ἀπημπόληκας Luc.Merc.Cond.24
;τί παθόντες.. τοῖς ἀτέκνοις τῶν γερόντων ἐσποιεῖτε φέροντες αὑτούς; Luc. DMort.6.3
, cf. Ind.19, Laps.22; ταύτῃ (sc. τῇ ὀργῇ)φέρων ὑπέθηκεν ἑαυτόν Plu.Them.24
, cf. Per.7; , cf. Luc.6, Pomp.27, Ael.VH6.1, Max.Tyr.1.2;προσέθετο φέρων ἑαυτὸν ἐκείνῳ Eun.VS p.456
B., cf.pp.461,465 B., Dam. ap. Suid. s.v. Σεβηριανός; ἀλλὰ σοὶ μὲν, ὦ θεῶν πάτερ, ἐμαυτὸν φέρων ἀναθήσω Jul.Or.7.231b.3 ἔκκρισις.. ἐκ μικρῶν φέρουσα διαστημάτων occurring at short intervals, Sor.2.45.XI φέρειν, φέρεσθαι are freq. added epexegetically to δίδωμι and similar Verbs,δῶκεν.. τρίποδα φέρειν Il.23.513
, cf. 16.665, 17.131;τεύχεα.. δότω φέρεσθαι 11.798
, cf. Od.21.349, E.Tr. 419, 454(troch.).B [voice] Pass. is used in most of the above senses:—special cases:I to be borne or carried involuntarily, esp. to be borne along by waves or winds, to be swept away, φέρεσθαι ἀνέμοισι, θυέλλῃ, Od.9.82, 10.54, cf. A.Pers. 276 (lyr.), etc.; πᾶν δ' ἦμαρ φερόμην, of Hephaestus falling from Olympus, Il.1.592; ἧκε φέρεσθαι he sent him flying, 21.120; ἧκα πόδας καὶ χεῖρε φέρεσθαι I let go my hands and feet, let them swing free [in the leap], Od.12.442, cf. 19.468; μέγα φέρεται πὰρ σέθεν, of a word uttered, comes with weight, Pi.P.1.87;βίᾳ φέρεται Pl.Phdr. 254a
;πνεῦμα φερόμενον Id.R. 496d
;τὸ πνεῦμα κατὰ τὰς ἀναπνοὰς εἴσω τε καὶ ἔξω φέρεται Gal.16.520
;ῥεῖν καὶ φέρεσθαι Pl.Cra. 411c
;φ. εἰς τὸν Τάρταρον Id.Phd. 114b
; simply, move, go,ποῖ γᾶς φέρομαι; S.OT 1309
(anap.); , cf. E.Hec. 1076 (anap.), etc.; of the excreta,τὰ φερόμενα.. εἰ μὲν αὐτομάτως φέροιτο Philum.
ap. Aët.9.12;πρὸς κοιλίαν φερομένην Aët.4.19
: metaph.,εἰς τὸ λοιδορεῖν φέρῃ E.Andr. 729
;πρὸς τὴν τοῦ κάλλους φύσιν Pl.Phdr. 254b
, cf. X.Mem.2.1.4; ἐπὶ ταὐτὸ φέρονται have the same tendency, Phld.Vit.p.42 J.;ἀπὸ δογμάτων καὶ ἀπὸ θεωρημάτων φ. Vett.Val.238.30
; of veins, to be conveyed, Gal.15.531; also ἡ φερομένη οὐσία (the doctrine of) universal motion, Pl.Tht. 177c; οἱ φερόμενοι θεοί the moving gods, i. e. the stars and planets, Plot.2.3.9.2 freq. in part. with another Verb of motion, φερόμενοι ἐσέπιπτον ἐς τοὺς Αἰγινήτας they fell into their hands with a rush, at full speed, Hdt.8.91;ἀπὸ.. ἐλπίδος ᾠχόμην φερόμενος Pl.Phd. 98b
;ἧκε φερόμενος εἰς τὴν ἑαυτοῦ φύσιν Aeschin.3.89
.3 of voluntary and impulsive motion,ἰθὺς φέρεται μένει Il.20.172
; ὁμόσε τινὶ φέρεσθαι come to blows with him, X.Cyn.10.21;δρόμῳ φ. πρός τινα Id.HG4.8.37
;φυγῇ εἰς ἑαυτοὺς φ. Id.Cyr.1.4.23
;ἥξει ἐπ' ἐκεῖνον τὸν λόγον φερόμενος Lycurg.59
;φερόμενος ὑπ' ὀργῆς D.H.Comp.18
.II metaph., καλῶς, κακῶς φέρεσθαι, of things, schemes, etc., turn out, prosper well or ill, succeed or fail,οὔτ' ἂν.. νόμοι καλῶς φέροιντ' ἄν S.Aj. 1074
;κακῶς φ. τὰ ἑαυτοῦ X.HG3.4.25
;εὖ φέρεται ἡ γεωργία Id.Oec.5.17
; ὀλιγώρως ἔχειν καὶ ἐᾶν ταῦτα φέρεσθαι to neglect things and let them take their course, D.8.67; less freq. of persons, fare well or ill, εὖ φερόμενος ἐν στρατηγίαις being generally successful.., Th.5.16, cf. 15;καλῶς φερόμενος τὸ καθ' ἑαυτόν Id.2.60
;φ. ἐν προτιμήσει παρά τινι D.S.33.5
;χεῖρον φερομένη παρὰ τἀδελφῷ J.AJ16.7.6
; of euphonious writing,σύνθεσις καλῶς φερομένη Phld.Po.5.26
.2 behave, ὑποκριτικῶς, ἀστάτως, etc., Vett.Val.38.20, 197.8, al.C [voice] Med.: for its chief usages, v. supr. A. VI. 3. -
4 αὐτόματος
αὐτό-μᾰτος, η, ον, Hom. and [dialect] Att.; ος, ον Hes.Op. 103, Arist.GA 762a9, Philetaer. 1 D., Hp.EP19 in Hermes 53.65.1 of persons, acting of one's own will, of oneself,αὐ. δέ οἱ ἦλθε Il.2.408
;αὐ. φοιτῶσι Νοῦσοι Hes.Op. 103
;αὐ. ἥκω Ar.Pl. 1190
, cf. Th.6.91, D.S.2.25, etc.2 of inanimate things, self-acting, spontaneous, of the gates of Olympus,αὐτόμαται δὲ πύλαι μύκον οὐρανοῦ Il.5.749
; of the tripods of Hephaistos, which ran of themselves,ὄφρα οἱ αὐτόματοι.. δυσαίατ' ἀγῶνα 18.376
, cf. Pl.Com.188;ὅπλα.. αὐ. φανῆναι ἔξω προκείμενα τοῦ νηοῦ Hdt.8.37
;τὰ αὐ.
marionettes,Arist.
GA 734b10, Hero Aut. passim: generally, spontaneous, ;ἔπαινος Epicur. Sent.Vat.64
.3 of natural agencies,ὁ ποταμὸς αὐ. ἐπελθών
of itself,Hdt.
2.14; of plants, growing of themselves,αὐ. ἐκ τῆς γῆς γίνεται Id.3.100
;αὐ. φύεσθαι Id.2.94
, Thphr.Fr.171.11;κύτισος αὐ. ἔρχεται Cratin.98.8
: metaph.,αὐτόματα πάντ' ἀγαθὰ.. ποριζεται Ar. Ach. 976
, cf. Cratin.160; of philosophers,αὐ. ἀναφύονται Pl.Tht. 180c
.4 of events, happening of themselves, without external agency,αὐ. δεσμὰ διελύθη E.Ba. 447
; αὐ. θάνατος natural death, D. 18.205;κόποι αὐ.
not to be accounted for externally,Hp.
Aph.2.5;ἀπό τινος αἰτίας αὐτομάτης Pl.Sph. 265c
; without visible cause, accidental, opp. ἀπὸ πείρης, Hdt.7.9.γ.II αὐτόματον, τό, accident,τὸ αὐ. αἰτιᾶσθαι Lys.6.25
;σε ταὐ. ἀποσέσωκε Men.Epit. 568
;διὰ τὸ αὐ. Arist.Ph. 195b33
;τὸ αὐ. ἀγαπῶντες Id.Ath.8.5
; τῷ αὐ., opp. τέχνῃ, Id.Metaph. 1070a7: most freq. in the form ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου orἀπὸ ταὐτομάτου, ἀποθανέειν ἀπὸ τοῦ αὐ. Hdt.2.66
, cf. Th.2.77, Pl. Ap. 38c, al., Arist.Po. 1452a5, al., Men.Pk.31;ἐκ τοῦ αὐ. X.An.1.3.13
; τὸ Αὐ. personified, Ath.Mitt.35.458 (Pergam.); .Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > αὐτόματος
-
5 λόγος
λόγος, ὁ, verbal noun of λέγω (B), with senses corresponding to λέγω (B) II and III (on the various senses of the word v. Theo Sm.pp.72,73 H., An.Ox.4.327): common in all periods in Prose and Verse, exc. Epic, in which it is found in signf. derived from λέγω (B) 111, cf.infr. VI. 1 a:1 account of money handled,σανίδες εἰς ἃς τὸν λ. ἀναγράφομεν IG12.374.191
; ἐδίδοσαν τὸν λ. ib.232.2;λ. δώσεις τῶν μετεχείρισας χρημάτων Hdt.3.142
, cf. 143;οὔτε χρήματα διαχειρίσας τῆς πόλεως δίδωμι λ. αὐτῶν οὔτε ἀρχὴν ἄρξας οὐδεμίαν εὐθύνας ὑπέχω νῦν αὐτῆς Lys.24.26
;λ. ἀπενεγκεῖν Arist.Ath.54.1
;ἐν ταῖς εὐθύναις τοῦ τοιούτου λ. ὑπεχέτω Pl.Lg. 774b
;τὸν τῶν χρημάτων λ. παρὰ τούτων λαμβάνειν D.8.47
;ἀδικήματα εἰς ἀργυρίου λ. ἀνήκοντα Din.1.60
; συνᾶραι λόγον μετά τινος settle accounts with, Ev.Matt.18.23, etc.; δεύτεροι λ. a second audit, Cod.Just.1.4.26.1; ὁ τραπεζιτικὸς λ. banking account, Theo Sm.p.73 H.: metaph.,οὐκ ἂν πριαίμην οὐδενὸς λ. βροτόν S.Aj. 477
.b public accounts, i. e. branch of treasury, ἴδιος λ., in Egypt, OGI188.2, 189.3, 669.38; also as title of treasurer, ib.408.4, Str.17.1.12;ὁ ἐπὶ τῶν λ. IPE2.29
A ([place name] Panticapaeum); δημόσιος λ., = Lat. fiscus, OGI669.21 (Egypt, i A.D.), etc. (but later, = aerarium, Cod.Just.1.5.15); alsoΚαίσαρος λ. OGI669.30
; κυριακὸς λ. ib.18.2 generally, account, reckoning, μὴ φῦναι τὸν ἅπαντα νικᾷ λ. excels the whole account, i.e. is best of all, S.OC 1225 (lyr.); δόντας λ. τῶν ἐποίησαν accounting for, i.e. paying the penalty for their doings, Hdt.8.100;λ. αἰτεῖν Pl.Plt. 285e
;λ. δοῦναι καὶ δέξασθαι Id.Prt. 336c
, al.;λαμβάνειν λ. καὶ ἐλέγχειν Id.Men. 75d
;παρασχεῖν τῶν εἰρημένων λ. Id.R. 344d
;λ. ἀπαιτεῖν D.30.15
, cf. Arist. EN 1104a3; λ. ὑπέχειν, δοῦναι, D.19.95;λ. ἐγγράψαι Id.24.199
, al.;λ. ἀποφέρειν τῇ πόλει Aeschin.3.22
, cf. Eu. Luc.16.2, Ep.Hebr.13.17;τὸ παράδοξον τῶν συμβεβηκότων ὑπὸ λόγον ἄγειν Plb.15.34.2
; λ. ἡ ἐπιστήμη, πολλὰ δὲ ὁ λ. the account is manifold, Plot.6.9.4; ἔχων λόγον τοῦ διὰ τί an account of the cause, Arist.APo. 74b27; ἐς λ. τινός on account of,ἐς χρημάτων λ. Th.3.46
, cf. Plb.5.89.6, LXX 2 Ma1.14, JRS 18.152 ([place name] Jerash); λόγῳ c. gen., by way of, Cod.Just.3.2.5. al.; κατὰ λόγον τοῦ μεγέθους if we take into account his size, Arist.HA 517b27;πρὸς ὃν ἡμῖν ὁ λ. Ep.Hebr.4.13
, cf. D.Chr.31.123.3 measure, tale (cf. infr. 11.1),θάλασσα.. μετρέεται ἐς τὸν αὐτὸν λ. ὁκοῖος πρόσθεν Heraclit.31
;ψυχῆς ἐστι λ. ἑαυτὸν αὔξων Id.115
; ἐς τούτου (sc. γήραος) λ. οὐ πολλοί τινες ἀπικνέονται to the point of old age, Hdt.3.99, cf.7.9.β; ὁ ξύμπας λ. the full tale, Th.7.56, cf. Ep.Phil.4.15; κοινῷ λ. νομίσαντα common measure, Pl.Lg. 746e; sum, total of expenditure, IG42(1).103.151 (Epid., iv B.C.); ὁ τῆς οὐσίας λ., = Lat. patrimonii modus, Cod.Just.1.5.12.20.4 esteem, consideration, value put on a person or thing (cf. infr. VI. 2 d), οὗ πλείων λ. ἢ τῶν ἄλλων who is of more worth than all the rest, Heraclit.39; βροτῶν λ. οὐκ ἔσχεν οὐδέν' A.Pr. 233;οὐ σμικροῦ λ. S.OC 1163
: freq. in Hdt.,Μαρδονίου λ. οὐδεὶς γίνεται 8.102
;τῶν ἦν ἐλάχιστος ἀπολλυμένων λ. 4.135
, cf. E.Fr.94;περὶ ἐμοῦ οὐδεὶς λ. Ar.Ra.87
; λόγου οὐδενὸς γίνεσθαι πρός τινος to be of no account, repute with.., Hdt.1.120, cf.4.138; λόγου ποιήσασθαί τινα make one of account, Id.1.33; ἐλαχίστου, πλείστου λ. εἶναι, to be highly, lowly esteemed, Id.1.143, 3.146; but also λόγον τινὸς ποιεῖσθαι, like Lat. rationem habere alicujus, make account of, set a value on, Democr.187, etc.: usu. in neg. statements,οὐδένα λ. ποιήσασθαί τινος Hdt.1.4
, cf. 13, Plb.21.14.9, etc.;λ. ἔχειν Hdt.1.62
, 115;λ. ἴσχειν περί τινος Pl.Ti. 87c
;λ. ἔχειν περὶ τοὺς ποιητάς Lycurg.107
;λ. ἔχειν τινός D.18.199
, Arist.EN 1102b32, Plu.Phil.18 (but also, have the reputation of.., v. infr. VI. 2 e);ἐν οὐδενὶ λ. ποιήσασθαί τι Hdt.3.50
; ἐν οὐδενὶ λ. ἀπώλοντο without regard, Id.9.70;ἐν σμικρῷ λ. εἶναι Pl.R. 550a
; ὑμεῖς οὔτ' ἐν λ. οὔτ' ἐν ἀριθμῷ Orac. ap. Sch.Theoc.14.48; ἐν ἀνδρῶν λ. [εἶναι] to be reckoned, count as a man, Hdt.3.120; ἐν ἰδιώτεω λόγῳ καὶ ἀτίμου reckoned as.., Eus.Mynd.Fr. 59;σεμνὸς εἰς ἀρετῆς λ. καὶ δόξης D.19.142
.II relation, correspondence, proportion,1 generally, ὑπερτερίης λ. relation (of gold to lead), Thgn.418 = 1164;πρὸς λόγον τοῦ σήματος A.Th. 519
; κατὰ λόγον προβαίνοντες τιμῶσι in inverse ratio, Hdt.1.134, cf. 7.36;κατὰ λ. τῆς ἀποφορῆς Id.2.109
; τἄλλα κατὰ λ. in like fashion, Hp.VM16, Prog.17: c. gen., κατὰ λ. τῶν πρόσθεν ib. 24;κατὰ λ. τῶν ἡμερῶν Ar. Nu. 619
;κατὰ λ. τῆς δυνάμεως X. Cyr.8.6.11
;ἐλάττω ἢ κατὰ λ. Arist. HA 508a2
, cf. PA 671a18;ἐκ ταύτης ἐγένετο ἐκείνη κατὰ λ. Id.Pol. 1257a31
; cf. εὔλογος: sts. with ὁ αὐτός added, κατὰ τὸν αὐτὸν λ. τῷ τείχεϊ in fashion like to.., Hdt.1.186; περὶ τῶν νόσων ὁ αὐτὸς λ. analogously, Pl.Tht. 158d, cf. Prm. 136b, al.; εἰς τὸν αὐτὸν λ. similarly, Id.R. 353d; κατὰ τὸν αὐτὸν λ. in the same ratio, IG12.76.8; by parity of reasoning, Pl.Cra. 393c, R. 610a, al.; ἀνὰ λόγον τινός, τινί, Id.Ti. 29c, Alc.2.145d; τοῦτον ἔχει τὸν λ. πρὸς.. ὃν ἡ παιδεία πρὸς τὴν ἀρετήν is related to.. as.., Procl.in Euc.p.20 F., al.2 Math., ratio, proportion (ὁ κατ' ἀνάλογον λ., λ. τῆς ἀναλογίας, Theo Sm.p.73 H.), Pythag. 2;ἰσότης λόγων Arist.EN 113a31
;λ. ἐστὶ δύο μεγεθῶν ἡ κατὰ πηλικότητα ποιὰ σχέσις Euc.5
Def.3;τῶν ἁρμονιῶν τοὺς λ. Arist.Metaph. 985b32
, cf. 1092b14; λόγοι ἀριθμῶν numerical ratios, Aristox.Harm.p.32 M.; τοὺς φθόγγους ἀναγκαῖον ἐν ἀριθμοῦ λ. λέγεσθαι πρὸς ἀλλήλους to be expressed in numerical ratios, Euc.Sect.Can. Proëm.: in Metre, ratio between arsis and thesis, by which the rhythm is defined, Aristox.Harm.p.34 M.;ἐὰν ᾖ ἰσχυροτέρα τοῦ αἰσθητηρίου ἡ κίνησις, λύεται ὁ λ. Arist.de An. 424a31
; ἀνὰ λόγον analogically, Archyt.2; ἀνὰ λ. μερισθεῖσα [ἡ ψυχή] proportionally, Pl. Ti. 37a; soκατὰ λ. Men.319.6
; πρὸς λόγον in proportion, Plb.6.30.3, 9.15.3 (but πρὸς λόγον ἐπὶ στενὸν συνάγεται narrows uniformly, Sor. 1.9, cf. Diocl.Fr.171);ἐπὶ λόγον IG5(1).1428
([place name] Messene).3 Gramm., analogy, rule, τῷ λ. τῶν μετοχικῶν, τῆς συγκοπῆς, by the rule of the participles, of syncope, Choerob. in Theod.1.75 Gaisf., 1.377 H.;εἰπέ μοι τὸν λ. τοῦ Αἴας Αἴαντος, τουτέστι τὸν κανόνα An.Ox. 4.328
.1 plea, pretext, ground, ἐκ τίνος λ.; A.Ch. 515;ἐξ οὐδενὸς λ. S.Ph. 731
;ἀπὸ παντὸς λ. Id.OC 762
;χὠ λ. καλὸς προσῆν Id.Ph. 352
;σὺν ἀφανεῖ λ. Id.OT 657
(lyr., v.l. λόγων); ἐν ἀφανεῖ λ. Antipho 5.59
;ἐπὶ τοιούτῳ λ. Hdt.6.124
; κατὰ τίνα λ.; on what ground? Pl.R. 366b; οὐδὲ πρὸς ἕνα λ. to no purpose, Id.Prt. 343d; ἐπὶ τίνι λ.; for what reason? X.HG2.2.19; τὸν λ. τοῦτον this ground of complaint, Aeschin.3.228; τίνι δικαίῳ λ.; what just cause is there? Pl.Grg. 512c; τίνι λ.; on what account? Act.Ap.10.29; κατὰ λόγον ἂν ἠνεσχόμην ὑμῶν reason would that.., ib.18.14; λ. ἔχειν, with personal subject, εἶχον ἄν τινα λ. I (i.e. my conduct) would have admitted of an explanation, Pl.Ap. 31b; τὸν ὀρθὸν λ. the true explanation, ib. 34b.b plea, case, in Law or argument (cf. VIII. I), τὸν ἥττω λ. κρείττω ποιεῖν to make the weaker case prevail, ib. 18b, al., Arist.Rh. 1402a24, cf. Ar.Nu. 1042 (pl.); personified, ib. 886, al.;ἀμύνεις τῷ τῆς ἡδονῆς λ. Pl.Phlb. 38a
;ἀνοίσεις τοὺς λ. αὐτῶν πρὸς τὸν θεόν LXXEx.18.19
; ἐχειν λ. πρός τινα to have a case, ground of action against.., Act.Ap.19.38.2 statement of a theory, argument, οὐκ ἐμεῦ ἀλλὰ τοῦ λ. ἀκούσαντας prob. in Heraclit.50; λόγον ἠδὲ νόημα ἀμφὶς ἀληθείης discourse and reflection on reality, Parm.8.50; δηλοῖ οὗτος ὁ λ. ὅτι .. Democr.7; οὐκ ἔχει λόγον it is not arguable, i.e. reasonable, S.El. 466, Pl.Phd. 62d, etc.;ἔχει λ. D.44.32
;οὐδεὶς αὐτὰ καταβαλεῖ λ. E.Ba. 202
;δίκασον.. τὸν λ. ἀκούσας Pl.Lg. 696b
; personified, φησὶ οὗτος ὁ λ. ib. 714d, cf. Sph. 238b, Phlb. 50a; ὡς ὁ λ. (sc. λέγει) Arist.EN 1115b12; ὡς ὁ λ. ὁ ὀρθὸς λέγει ib. 1138b20, cf. 29;ὁ λ. θέλει προσβιβάζειν Phld.Rh.1.41
, cf.1.19 S.; ;λ. καθαίρων Aristo Stoic.1.88
; λόγου τυγχάνειν to be explained, Phld.Mus.p.77 K.; ὁ τὸν λ. μου ἀκούων my teaching, Ev.Jo.5.24; ὁ προφητικὸς λ., collect., of VT prophecy, 2 Ep.Pet.1.19: pl.,ὁκόσων λόγους ἤκουσα Heraclit.108
;οὐκ ἐπίθετο τοῖς ἐμοῖς λ. Ar.Nu.73
; of arguments leading to a conclusion ([etym.] ὁ λ.), Pl. Cri. 46b;τὰ Ἀναξαγόρου βιβλία γέμει τούτων τῶν λ. Id.Ap. 26d
; λ. ἀπὸ τῶν ἀρχῶν, ἐπὶ τὰς ἀρχάς, Arist.EN 1095a31; συλλογισμός ἐστι λ. ἐν ᾧ τεθέντων τινῶν κτλ. Id.APr. 24b18; λ. ἀντίτυπός τε καὶ ἄπορος, of a self-contradictory theory, Plot.6.8.7.b ὁ περὶ θεῶν λ., title of a discourse by Protagoras, D.L.9.54; ὁ Ἀχιλλεὺς λ., name of an argument, ib.23;ὁ αὐξόμενος λ. Plu.2.559b
; καταβάλλοντες (sc. λόγοι), title of work by Protagoras, S.E.M.7.60;λ. σοφιστικοί Arist.SE 165a34
, al.;οἱ μαθηματικοὶ λ. Id.Rh. 1417a19
, etc.; οἱ ἐξωτερικοὶ λ., current outside the Lyceum, Id.Ph. 217b31, al.; Δισσοὶ λ., title of a philosophical treatise (= Dialex.); Λ. καὶ Λογίνα, name of play of Epicharmus, quibble, argument, personified, Ath.8.338d.c in Logic, proposition, whether as premiss or conclusion,πρότασίς ἐστι λ. καταφατικὸς ἢ ἀποφατικός τινος κατά τινος Arist.APr. 24a16
.d rule, principle, law, as embodying the result of λογισμός, Pi.O.2.22, P.1.35, N.4.31;πείθεσθαι τῷ λ. ὃς ἄν μοι λογιζομένῳ βέλτιστος φαίνηται Pl.Cri. 46b
, cf. c; ἡδονὰς τοῖς ὀρθοῖς λ. ἑπομένας obeying right principles, Id.Lg. 696c; προαιρέσεως [ἀρχὴ] ὄρεξις καὶ λ. ὁ ἕνεκά τινος principle directed to an end, Arist.EN 1139a32; of the final cause,ἀρχὴ ὁ λ. ἔν τε τοῖς κατὰ τέχνην καὶ ἐν τοῖς φύσει συνεστηκόσιν Id.PA 639b15
; ἀποδιδόασι τοὺς λ. καὶ τὰς αἰτίας οὗ ποιοῦσι ἑκάστου ib.18; [τέχνη] ἕξις μετὰ λ. ἀληθοῦς ποιητική Id.EN 1140a10
; ὀρθὸς λ. true principle, right rule, ib. 1144b27, 1147b3, al.; κατὰ λόγον by rule, consistently,ὁ κατὰ λ. ζῶν Pl.Lg. 689d
, cf. Ti. 89d; τὸ κατὰ λ. ζῆν, opp. κατὰ πάθος, Arist.EN 1169a5; κατὰ λ. προχωρεῖν according to plan, Plb.1.20.3.3 law, rule of conduct,ᾧ μάλιστα διηνεκῶς ὁμιλοῦσι λόγῳ Heraclit.72
;πολλοὶ λόγον μὴ μαθόντες ζῶσι κατὰ λόγον Democr.53
; δεῖ ὑπάρχειν τὸν λ. τὸν καθόλου τοῖς ἄρχουσιν universal principle, Arist.Pol. 1286a17;ὁ νόμος.. λ. ὢν ἀπό τινος φρονήσεως καὶ νοῦ Id.EN 1180a21
; ὁ νόμος.. ἔμψυχος ὢν ἑαυτῷ λ. conscience, Plu. 2.780c; τὸν λ. πρόχειρον ἔχειν precept, Phld.Piet.30, cf. 102;ὁ προστακτικὸς τῶν ποιητέων ἢ μὴ λ. κοινός M.Ant.4.4
.4 thesis, hypothesis, provisional ground, ὡς ἂν εἰ λέγοι λόγον maintain a thesis, Pl. Prt. 344b; ὑποθέμενος ἑκάστοτε λ. provisionally assuming a proposition, Id.Phd. 100a; τὸν τῆς ὁμοιότητος λ. hypothesis of equivalence, Arist.Cael. 296a20.5 reason, ground,πάντων γινομένων κατὰ τὸν λ. τόνδε Heraclit.1
;οὕτω βαθὺν λ. ἔχει Id.45
; ἐκ λόγου, opp. μάτην, Leucipp. 2;μέγιστον σημεῖον οὗτος ὁ λ. Meliss.8
; [ἐμπειρία] οὐκ ἔχει λ. οὐδένα ὧν προσφέρει has no grounds for.., Pl.Grg. 465a; μετὰ λόγουτε καὶ ἐπιστήμης θείας Id.Sph. 265c
; ἡ μετα λόγου ἀληθὴς δόξα ([etym.] ἐπιστήμη) Id.Tht. 201c; λόγον ζητοῦσιν ὧν οὐκ ἔστι λ. proof, Arist. Metaph. 1011a12;οἱ ἁπάντων ζητοῦντες λ. ἀναιροῦσι λ. Thphr.Metaph. 26
.6 formula (wider than definition, but freq. equivalent thereto), term expressing reason,λ. τῆς πολιτείας Pl.R. 497c
; ψυχῆς οὐσία τε καὶ λ. essential definition, Id.Phdr. 245e;ὁ τοῦ δικαίου λ. Id.R. 343a
; τὸν λ. τῆς οὐσίας ib. 534b, cf. Phd. 78d;τὰς πολλὰς ἐπιστήμας ἑνὶ λ. προσειπεῖν Id.Tht. 148d
;ὁ τῆς οἰκοδομήσεως λ. ἔχει τὸν τῆς οἰκίας Arist. PA 646b3
;τεθείη ἂν ἴδιον ὄνομα καθ' ἕκαστον τῶν λ. Id.Metaph. 1006b5
, cf. 1035b4;πᾶς ὁρισμὸς λ. τίς ἐστι Id.Top. 102a5
; ἐπὶ τῶν σχημάτων λ. κοινός generic definition, Id.de An. 414b23; ἀκριβέστατος λ. specific definition, Id.Pol. 1276b24;πηγῆς λ. ἔχον Ph.2.477
; τὸ ᾠὸν οὔτε ἀρχῆς ἔχει λ. fulfils the function of.., Plu.2.637d; λ. τῆς μίξεως formula, i. e. ratio (cf. supr. II) of combination, Arist.PA 642a22, cf. Metaph. 993a17.7 reason, law exhibited in the world-process, κατὰ λόγον by law,κόσμῳ πάντα καὶ κατὰ λ. ἔχοντα Pl.R. 500c
; κατ τὸν < αὐτὸν αὖ> λ. by the same law, Epich.170.18;ψυχῆς τὸ πᾶν τόδε διοικούσης κατὰ λ. Plot.2.3.13
; esp. in Stoic Philos., the divine order,τὸν τοῦ παντὸς λ. ὃν ἔνιοι εἱμαρμένην καλοῦσιν Zeno Stoic.1.24
; τὸ ποιοῦν τὸν ἐν [τῇ ὕλῃ] λ. τὸν θεόν ibid., cf. 42;ὁ τοῦ κόσμου λ. Chrysipp.Stoic.2.264
; λόγος, = φύσει νόμος, Stoic.2.169;κατὰ τὸν κοινὸν θεοῖς καὶ ἀνθρώποις λ. M.Ant.7.53
;ὁ ὀρθὸς λ. διὰ πάντων ἐρχόμενος Chrysipp.Stoic.3.4
: so in Plot.,τὴν φύσιν εἶναι λόγον, ὃς ποιεῖ λ. ἄλλον γέννημα αὑτοῦ 3.8.2
.b σπερματικὸς λ. generative principle in organisms,ὁ θεὸς σπ. λ. τοῦ κόσμου Zeno Stoic.1.28
: usu. in pl., Stoic. 2.205,314,al.;γίνεται τὰ ἐν τῷ παντὶ οὐ κατὰ σπερματικούς, ἀλλὰ κατὰ λ. περιληπτικούς Plot.3.1.7
, cf.4.4.39: so withoutσπερματικός, ὥσπερ τινὲς λ. τῶν μερῶν Cleanth.Stoic.1.111
;οἱ λ. τῶν ὅλων Ph.1.9
.c in Neo-Platonic Philos., of regulative and formative forces, derived from the intelligible and operative in the sensible universe,ὄντων μειζόνων λ. καὶ θεωρούντων αὑτοὺς ἐγὼ γεγέννημαι Plot.3.8.4
;οἱ ἐν σπέρματι λ. πλάττουσι.. τὰ ζῷα οἷον μικρούς τινας κόσμους Id.4.3.10
, cf.3.2.16,3.5.7; opp. ὅρος, Id.6.7.4;ἀφανεῖς λ. τῆς φύσεως Procl.
in R.1.18 K.; τεχνικοὶ λ. ib.142 K., al.IV inward debate of the soul (cf.λ. ὃν αὐτὴ πρὸς αὑτὴν ἡ ψυχὴ διεξέρχεται Pl.Tht. 189e
( διάλογος in Sph. 263e); ὁ ἐν τῇ ψυχῇ, ὁ ἔσω λ. (opp. ὁ ἔξω λ.), Arist.APo. 76b25, 27; ὁ ἐνδιάθετος, opp. ὁ προφορικὸς λ., Stoic.2.43, Ph.2.154),1 thinking, reasoning, τοῦ λ. ἐόντος ξυνοῦ, opp. ἰδία φρόνησις, Heraclit. 2; κρῖναι δὲ λόγῳ.. ἔλεγχον test by reflection, Parm.1.36; reflection, deliberation (cf. VI.3),ἐδίδου λόγον ἑωυτῷ περὶ τῆς ὄψιος Hdt.1.209
, cf. 34, S.OT 583, D.45.7; μὴ εἰδέναι.. μήτε λόγῳ μήτε ἔργῳ neither by reasoning nor by experience, Anaxag.7;ἃ δὴ λόγῳ μὲν καὶ διανοίᾳ ληπτά, ὄψει δ' οὔ Pl.R. 529d
, cf. Prm. 135e;ὁ λ. ἢ ἡ αἴσθησις Arist.EN 1149a35
,al.; αὐτῷ μόνον τῷ λ. πιστεύειν (opp. αἰσθήσεις), of Parmenides and his school, Aristocl. ap. Eus.PE14.17: hence λόγῳ or τῷ λ. in idea, in thought,τῷ λ. τέμνειν Pl.R. 525e
; τῷ λ. δύο ἐστίν, ἀχώριστα πεφυκότα two in idea, though indistinguishable in fact, Arist. EN 1102a30, cf. GC 320b14, al.; λόγῳ θεωρητά mentally conceived, opp. sensibly perceived, Placit.1.3.5, cf. Demetr.Lac.Herc.1055.20;τοὺς λ. θεωρητοὺς χρόνους Epicur.Ep.1p.19U.
; διὰ λόγου θ. χ. ib.p.10 U.;λόγῳ καταληπτός Phld.Po.5.20
, etc.; ὁ λ. οὕτω αἱρέει analogy proves, Hdt.2.33; ὁ λ. or λ. αἱρέει reasoning convinces, Id.3.45,6.124, cf. Pl.Cri. 48c (but, our argument shows, Lg. 663d): also c. acc. pers., χρᾶται ὅ τι μιν λ. αἱρέει as the whim took him, Hdt.1.132; ἢν μὴ ἡμέας λ. αἱρῇ unless we see fit, Id.4.127, cf. Pl.R. 607b; later ὁ αἱρῶν λ. ordaining reason, Zeno Stoic.1.50, M.Ant.2.5, cf. 4.24, Arr.Epict. 2.2.20, etc.: coupled or contrasted with other functions, καθ' ὕπνον ἐπειδὴ λόγου καὶ φρονήσεως οὐ μετεῖχε since reason and understanding are in abeyance, Pl.Ti. 71d; μετὰ λόγου τε καὶ ἐπιστήμης, opp. αἰτία αὐτομάτη, of Nature's processes of production, Id.Sph. 265c; τὸ μὲν δὴ νοήσει μετὰ λόγου περιληπτόν embraced by thought with reflection, opp. μετ' αἰσθήσεως ἀλόγου, Id.Ti. 28a; τὸ μὲν ἀεὶ μετ' ἀληθοῦς λ., opp. τὸ δὲ ἄλογον, ib. 51e, cf. 70d, al.;λ. ἔχων ἑπόμενον τῷ νοεῖν Id.Phlb. 62a
; ἐπιστήμη ἐνοῦσα καὶ ὀρθὸς λ. scientific knowledge and right process of thought, Id.Phd. 73a;πᾶς λ. καὶ πᾶσα ἐπιστήμη τῶν καθόλου Arist.Metaph. 1059b26
;τὸ λόγον ἔχον Id.EN 1102b15
, 1138b9, al.: in sg. and pl., contrasted by Pl. and Arist. as theory, abstract reasoning with outward experience, sts. with depreciatory emphasis on the former,εἰς τοὺς λ. καταφυγόντα Pl.Phd. 99e
; τὸν ἐν λόγοις σκοπούμενον τὰ ὄντα, opp. τὸν ἐν ἔργοις (realities), ib. 100a;τῇ αἰσθήσει μᾶλλον τῶν λ. πιστευτέον Arist.GA 760b31
; γνωριμώτερα κατὰ τὸν λ., opp. κατὰ τὴν αἴσθησιν, Id.Ph. 189a4; ἐκ τῶν λ. δῆλον, opp. ἐκ τῆς ἐπαγωγῆς, Id.Mete. 378b20; ἡ τῶν λ. πίστις, opp. ἐκ τῶν ἔργων φανερόν, Id.Pol. 1326a29;ἡ πίστις οὐ μόνον ἐπὶ τῆς αἰσθήσεως ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ λ. Id.Ph. 262a19
;μαρτυρεῖ τὰ γιγνόμενα τοῖς λ. Id.Pol. 1334a6
; ὁ μὲν λ. τοῦ καθόλου, ἡ δὲ αἴσθησις τοῦ κατὰ μέρος explanation, opp. perception, Id.Ph. 189a7; ἔσονται τοῖς λ. αἱ πράξεις ἀκόλουθοι theory, opp. practice, Epicur.Sent.25; in Logic, of discursive reasoning, opp. intuition, Arist.EN 1142a26, 1143b1; reasoning in general, ib. 1149a26; πᾶς λ. καὶ πᾶσα ἀπόδειξις all reasoning and demonstration, Id.Metaph. 1063b10;λ. καὶ φρόνησιν Phld.Mus.p.105
K.; ὁ λ. ἢ λογισμός ibid.; τὸ ἰδεῖν οὐκέτι λ., ἀλλὰ μεῖζον λόγου καὶ πρὸ λόγου, of mystical vision, opp. reasoning, Plot.6.9.10.—Phrases, κατὰ λ. τὸν εἰκότα by probable reasoning, Pl.Ti. 30b;οὔκουν τόν γ' εἰκότα λ. ἂν ἔχοι Id.Lg. 647d
; παρὰ λόγον, opp. κατὰ λ., Arist.Rh.Al. 1429a29, cf. EN 1167b19; cf. παράλογος (but παρὰ λ. unexpectedly, E.Ba. 940).2 reason as a faculty, ὁ λ. ἀνθρώπους κυβερνᾷ [Epich.] 256; [θυμοειδὲς] τοῦ λ. κατήκοον Pl.Ti. 70a
; [θυμὸς] ὑπὸ τοῦ λ. ἀνακληθείς Id.R. 440d
; σύμμαχον τῷ λ. τὸν θυμόν ib. b;πειθαρχεῖ τῷ λ. τὸ τοῦ ἐγκρατοῦς Arist. EN 1102b26
; ἄλλο τι παρὰ τὸν λ. πεφυκός, ὃ μάχεται τῷ λ. ib.17;ἐναντίωσις λόγου πρὸς ἐπιθυμίας Plot.4.7.13(8)
;οὐ θυμός, οὐκ ἐπιθυμία, οὐδὲ λ. οὐδέ τις νόησις Id.6.9.11
: freq. in Stoic. Philos. of human Reason, opp. φαντασία, Zeno Stoic.1.39; opp. φύσις, Stoic.2.206; οὐ σοφία οὐδὲ λ. ἐστὶν ἐν [τοῖς ζῴοις] ibid.;τοῖς ἀλόγοις ζῴοις ὡς λ. ἔχων λ. μὴ ἔχουσι χρῶ M.Ant.6.23
;ὁ λ. κοινὸν πρὸς τοὺς θεούς Arr.Epict. 1.3.3
;οἷον [εἰκὼν] λ. ὁ ἐν προφορᾷ λόγου τοῦ ἐν ψυχῇ, οὕτω καὶ αὐτὴ λ. νοῦ Plot.5.1.3
; τὸ τὸν λ. σχεῖν τὴν οἰκείαν ἀρετήν (sc. εὐδαιμονίαν) Procl.in Ti.3.334 D.; also of the reason which pervades the universe, θεῖος λ. [Epich.] 257;τὸν θεῖον λ. καθ' Ἡράκλειτον δι' ἀναπνοῆς σπάσαντες νοεροὶ γινόμεθα S.E.M.7.129
(cf. infr. x).b creative reason,ἀδύνατον ἦν λόγον μὴ οὐκ ἐπὶ πάντα ἐλθεῖν Plot.3.2.14
;ἀρχὴ οὖν λ. καὶ πάντα λ. καὶ τὰ γινόμενα κατ' αὐτόν Id.3.2.15
;οἱ λ. πάντες ψυχαί Id.3.2.18
.2 legend,ἱρὸς λ. Hdt.2.62
, cf. 47, Pi.P.3.80 (pl.);συνθέντες λ. E.Ba. 297
;λ. θεῖος Pl.Phd. 85d
; ἱεροὶ λ., of Orphic rhapsodies, Suid. S.V. Ὀρφεύς.3 tale, story,ἄλλον ἔπειμι λ. Xenoph. 7.1
, cf. Th.1.97, etc.;συνθέτους λ. A.Pr. 686
; σπουδὴν λόγου urgent tidings, E.Ba. 663; ἄλλος λ. 'another story', Pl.Ap. 34e; ὁμολογούμενος ὁ λ. ἐστίν the story is consistent, Isoc.3.27: pl., histories,ἐν τοῖσι Ἀσσυρίοισι λ. Hdt.1.184
, cf. 106, 2.99; so in sg., a historical work, Id.2.123, 6.19,7.152: also in sg., one section of such a work (like later βίβλος), Id.2.38,6.39, cf. VI.3d; so in pl.,ἐν τοῖσι Λιβυκοῖσι λ. Id.2.161
, cf. 1.75,5.22,7.93, 213;ἐν τῷ πρώτῳ τῶν λ. Id.5.36
; ὁ πρῶτος λ., of St. Luke's gospel, Act.Ap.1.1: in Pl., opp. μῦθος, as history to legend, Ti. 26e; , cf. Grg. 523a (but μῦθον λέγειν, opp. λόγῳ ( argument)διεξελθεῖν Prt. 320c
, cf. 324d);περὶ λόγων καὶ μύθων Arist.Pol. 1336a30
;ὁ λ... μῦθός ἐστι Ael.NA4.34
.4 speech, delivered in court, assembly, etc.,χρήσομαι τῇ τοῦ λ. τάξει ταύτῃ Aeschin.3.57
, cf. Arist.Rh. 1358a38;δικανικοὶ λ. Id.EN 1181a4
;τρία γένη τῶν λ. τῶν ῥητορικῶν, συμβουλευτικόν, δικανικόν, ἐπιδεικτικόν Id.Rh. 1358b7
;τῷ γράψαντι τὸν λ. Thphr. Char.17.8
, cf.λογογράφος 11
; ἐπιτάφιος λ. funeral oration, Pl.Mx. 236b; esp. of the body of a speech, opp. ἐπίλογος, Arist.Rh. 1420b3; opp. προοίμιον, ib. 1415a12; body of a law, opp. proem, Pl.Lg. 723b; spoken, opp. written word,τὸν τοῦ εἰδότος λ. ζῶντα καὶ ἔμψυχον οὗ ὁ γεγραμμένος εἴδωλόν τι Id.Phdr. 276a
; ὁ ἐκ τοῦ βιβλίου ῥηθεὶς [λ.] speech read from a roll, ib. 243c; published speech, D.C.40.54; rarely of the speeches in Tragedy ([etym.] ῥήσεις), Arist.Po. 1450b6,9.VI verbal expression or utterance (cf. λέγω (B) 111), rarely a single word, v. infr. b, never in Gramm. signf. of vocable ([etym.] ἔπος, λέξις, ὄνομα, ῥῆμα), usu. of a phrase, cf. IX. 3 (the only sense found in [dialect] Ep.).a pl., without Art., talk,τὸν ἔτερπε λόγοις Il.15.393
;αἱμύλιοι λ. Od.1.56
, h.Merc. 317, Hes.Th. 890, Op.78, 789, Thgn.704, A.R.3.1141; ψευδεῖς Λ., personified, Hes.Th. 229;ἀφροδίσιοι λ. Semon.7.91
;ἀγανοῖσι λ. Pi.P. 4.101
; ὄψον δὲ λ. φθονεροῖσιν tales, Id.N.8.21; σμικροὶ λ. brief words, S.Aj. 1268 (s.v.l.), El. 415; δόκησις ἀγνὼς λόγων bred of talk, Id.OT 681 (lyr.): also in sg., λέγ' εἴ σοι τῷ λ. τις ἡδονή speak if thou delightest in talking, Id.El. 891.b sg., expression, phrase,πρὶν εἰπεῖν ἐσθλὸν ἢ κακὸν λ. Id.Ant. 1245
, cf. E.Hipp. 514;μυρίας ὡς εἰπεῖν λόγῳ Hdt.2.37
; μακρὸς λ. rigmarole, Simon.189, Arist.Metaph. 1091a8; λ. ἠρέμα λεχθεὶς διέθηκε τὸ πόρρω a whispered message, Plot.4.9.3; ἑνὶ λόγῳ to sum up, in brief phrase, Pl.Phdr. 241e, Phd. 65d; concisely, Arist. EN 1103b21 (but also, = ἁπλῶς, περὶ πάντων ἑνὶ λ. Id.GC 325a1): pl., λ. θελκτήριοι magic words, E.Hipp. 478; rarely of single words,λ. εὐσύνθετος οἷον τὸ χρονοτριβεῖν Arist.Rh. 1406a36
; οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λ. answered her not a word, Ev.Matt.15.23.c coupled or contrasted with words expressed or understood signifying act, fact, truth, etc., mostly in a depreciatory sense,λ. ἔργου σκιή Democr. 145
;ὥσπερ μικρὸν παῖδα λόγοις μ' ἀπατᾷς Thgn.254
; λόγῳ, opp. ἔργῳ, Democr.82, etc.;νηπίοισι οὐ λ. ἀλλὰ ξυμφορὴ διδάσκαλος Id.76
;ἔργῳ κοὐ λόγῳ τεκμαίρομαι A.Pr. 338
, cf. S.El.59, OC 782;λόγῳ μὲν λέγουσι.. ἔργῳ δὲ οὐκ ἀποδεικνῦσι Hdt.4.8
;οὐ λόγων, φασίν, ἡ ἀγορὴ δεῖται, χαλκῶν δέ Herod.7.49
;οὔτε λ. οὔτε ἔργῳ Lys.9.14
; λόγοις, opp. ψήφῳ, Aeschin.2.33; opp. νόῳ, Hdt.2.100;οὐ λόγῳ μαθών E.Heracl.5
;ἐκ λόγων, κούφου πράγματος Pl.Lg. 935a
; λόγοισι εἰς τὸ πιθανὸν περιπεπεμμένα ib. 886e, cf. Luc.Anach.19;ἵνα μὴ λ. οἴησθε εἶναι, ἀλλ' εἰδῆτε τὴν ἀλήθειαν Lycurg.23
, cf. D.30.34; opp. πρᾶγμα, Arist.Top. 146a4; opp. βία, Id.EN 1179b29, cf. 1180a5; opp. ὄντα, Pl.Phd. 100a; opp. γνῶσις, 2 Ep.Cor.11.6; λόγῳ in pretence, Hdt.1.205, Pl.R. 361b, 376d, Ti. 27a, al.; λόγου ἕνεκα merely as a matter of words,ἄλλως ἕνεκα λ. ἐλέγετο Id.Cri. 46d
; λόγου χάριν, opp. ὡς ἀληθῶς, Arist.Pol. 1280b8; but also, let us say, for instance, Id.EN 1144a33, Plb.10.46.4, Phld. Sign.29, M.Ant.4.32; λόγου ἕνεκα let us suppose, Pl.Tht. 191c; ἕως λόγου, μέχρι λ., = Lat. verbo tenus, Plb.10.24.7, Epict.Ench.16: sts. without depreciatory force, the antithesis or parallelism being verbal (cf. 'word and deed'),λόγῳ τε καὶ σθένει S.OC68
;ἔν τε ἔργῳ καὶ λ. Pl.R. 382e
, cf. D.S.13.101, Ev.Luc.24.19, Act.Ap.7.22, Paus.2.16.2; ὅσα μὲν λόγῳ εἶπον, opp. τὰ ἔργα τῶν πραχθέντων, Th. 1.22.2 common talk, report, tradition,ὡς λ. ἐν θνητοῖσιν ἔην Batr. 8
;λ. ἐκ πατέρων Alc.71
;οὐκ ἔστ' ἔτυμος λ. οὗτος Stesich.32
;διξὸς λέγεται λ. Hdt.3.32
;λ. ὑπ' Αἰγυπτίων λεγόμενος Id.2.47
; νέον [λ.] tidings, S.Ant. 1289 (lyr.); τὰ μὲν αὐτοὶ ὡρῶμεν, τὰ δὲ λόγοισι ἐπυνθανόμεθα by hearsay, Hdt.2.148: also in pl., ἐν γράμμασιν λόγοι κείμενοι traditions, Pl.Lg. 886b.b rumour,ἐπὶ παντὶ λ. ἐπτοῆσθαι Heraclit. 87
; αὐδάεις λ. voice of rumour, B.14.44; περὶ θεῶν διῆλθεν ὁ λ. ὅτι .. Th.6.46; λ. παρεῖχεν ὡς .. Plb.3.89.3; ἐξῆλθεν ὁ λ. οὗτος εῖς τινας ὅτι .. Ev.Jo.21.23, cf. Act.Ap.11.22; fiction, Ev.Matt.28.15.c mention, notice, description, οὐκ ὕει λόγου ἄξιον οὐδέν worth mentioning, Hdt.4.28, cf. Plb.1.24.8, etc.; ἔργα λόγου μέζω beyond expression, Hdt.2.35; κρεῖσσον λόγου τὸ εἶδος τῆς νόσου beyond description, Th. 2.50;μείζω ἔργα ἢ ὡς τῷ λ. τις ἂν εἴποι D.6.11
.d the talk one occasions, repute, mostly in good sense, good report, praise, honour (cf. supr. 1.4),πολλὰ φέρειν εἴωθε λ... πταίσματα Thgn.1221
;λ. ἐσλὸν ἀκοῦσαι Pi.I.5(4).13
;πλέονα.. λ. Ὀδυσσέος ἢ πάθαν Id.N.7.21
;ἵνα λ. σε ἔχῃ πρὸς ἀνθρώπων ἀγαθός Hdt.7.5
, cf. 9.78; Τροίαν.. ἧς ἁπανταχοῦ λ. whose fame, story fills the world, E.IT 517;οὐκ ἂν ἦν λ. σέθεν Id.Med. 541
: less freq. in bad sense, evil report, λ. κακόθρους, κακός, S. Aj. 138 (anap.), E.Heracl. 165: pl., λόγους ψιθύρους πλάσσων slanders, S.Aj. 148 (anap.).e λ. ἐστί, ἔχει, κατέχει, the story goes, c. acc. et inf.,ἔστ τις λ. τὰν Ἀρετὰν ναίειν Simon.58.1
, cf. S.El. 417; λ. μὲν ἔστ' ἀρχαῖος ὡς .. Id.Tr.1; λ. alone, E.Heracl.35;ὡς λ. A.Supp. 230
, Pl. Phlb. 65c, etc.;λ. ἐστί Hdt.7.129
,9.26, al.;λ. αἰὲν ἔχει S.OC 1573
(lyr.); ὅσον ὁ λ. κατέχει tradition prevails, Th.1.10: also with a personal subject in the reverse construction. Κλεισθένης λ. ἔχει τὴν Πυθίην ἀναπεῖσαι has the credit of.., Hdt.5.66, cf. Pl.Epin. 987b, 988b;λ. ἔχοντα σοφίας Ep.Col.2.23
, v.supr.1.4.3 discussion, debate, deliberation,πολλὸς ἦν ἐν τοῖσι λ. Hdt.8.59
;συνελέχθησαν οἱ Μῆδοι ἐς τὠυτὸ καὶ ἐδίδοσαν σφίσι λόγον, λέγοντες περὶ τῶν κατηκόντων Id.1.97
;οἱ Πελασγοὶ ἑωυτοῖσι λόγους ἐδίδοσαν Id.6.138
; ;οἱ περὶ τῆς εἰρήνης λ. Aeschin.2.74
; τοῖς ἔξωθεν λ. πεπλήρωκε τὸν λ. [Plato] has filled his dialogue with extraneous discussions, Arist.Pol. 1264b39;τὸ μῆκος τῶν λ. D.Chr.7.131
; μεταβαίνων ὁ λ. εἰς ταὐτὸν ἀφῖκται our debate, Arist.EN 1097a24; ὁ παρὼν λ. ib. 1104a11; θεῶν ὧν νῦν ὁ λ. ἐστί discussion, Pl.Ap. 26b, cf. Tht. 184a, M.Ant.8.32; τῷ λ. διελθεῖν, διϊέναι, Pl.Prt. 329c, Grg. 506a, etc.; τὸν λ. διεξελθεῖν conduct the debate, Id.Lg. 893a; ξυνελθεῖν ἐς λόγον confer, Ar.Eq. 1300: freq. in pl., ἐς λόγους συνελθόντες parley, Hdt. 1.82; ἐς λ. ἐλθεῖν τινι have speech with, ib.86;ἐς λ. ἀπικέσθαι τινί Id.2.32
;διὰ λόγων ἰέναι E.Tr. 916
;ἐμαυτῇ διὰ λ. ἀφικόμην Id.Med. 872
;ἐς λ. ἄγειν τινά X.HG4.1.2
;κοινωνεῖν λόγων καὶ διανοίας Arist.EN 1170b12
.b right of discussion or speech, ἢ 'πὶ τῷ πλήθει λ.; S.OC 66; λ. αἰτήσασθαι ask leave to speak, Th.3.53;λ. διδόναι X.HG5.2.20
; οὐ προυτέθη σφίσιν λ. κατὰ τὸν νόμον ib.1.7.5;λόγου τυχεῖν D.18.13
, cf. Arist.EN 1095b21, Plb.18.52.1;οἱ λόγου τοὺς δούλους ἀποστεροῦντες Arist.Pol. 1260b5
;δοῦλος πέφυκας, οὐ μέτεστί σοι λόγου Trag.Adesp.304
;διδόντας λ. καὶ δεχομένους ἐν τῷ μέρει Luc.Pisc.8
: hence, time allowed for a speech,ἐν τῷ ἐμῷ λ. And.1.26
,al.;ἐν τῷ ἑαυτοῦ λ. Pl.Ap. 34a
;οὐκ ἐλάττω λ. ἀνήλωκε D.18.9
.c dialogue, as a form of philosophical debate,ἵνα μὴ μαχώμεθα ἐν τοῖς λ. ἐγώ τε καὶ σύ Pl. Cra. 430d
;πρὸς ἀλλήλους τοὺς λ. ποιεῖσθαι Id.Prt. 348a
: hence, dialogue as a form of literature,οἱ Σωκρατικοὶ λ. Arist.Po. 1447b11
, Rh. 1417a20; cf. διάλογος.d section, division of a dialogue or treatise (cf. v. 3),ὁ πρῶτος λ. Pl.Prm. 127d
; ὁ πρόσθεν, ὁ παρελθὼν λ., Id.Phlb. 18e, 19b;ἐν τοῖς πρώτοις λ. Arist.PA 682a3
; ἐν τοῖς περὶ κινήσεως λ. in the discussion of motion (i. e. Ph.bk.8), Id.GC 318a4;ἐν τῷ περὶ ἐπαίνου λ. Phld.Rh.1.219
; branch, department, division of a system of philosophy,τὴν φρόνησιν ἐκ τριῶν συνεστηκέναι λ., τῶν φυσικῶν καὶ τῶν ἠθικῶν καὶ τῶν λογικῶν Chrysipp.Stoic.2.258
.e in pl., literature, letters, Pl.Ax. 365b, Epin. 975d, D.H.Comp.1,21 (but, also in pl., treatises, Plu.2.16c);οἱ ἐπὶ λόγοις εὐδοκιμώτατοι Hdn.6.1.4
; Λόγοι, personified, AP9.171 (Pall.).VII a particular utterance, saying:1 divine utterance, oracle, Pi.P.4.59;λ. μαντικοί Pl. Phdr. 275b
;οὐ γὰρ ἐμὸν ἐρῶ τὸν λ. Pl.Ap. 20e
;ὁ λ. τοῦ θεοῦ Apoc.1.2
,9.2 proverb, maxim, saying, Pi.N.9.6, A.Th. 218; ὧδ' ἔχει λ. ib. 225; τόνδ' ἐκαίνισεν λ. ὡς .. Critias 21, cf. Pl.R. 330a, Ev.Jo.4.37;ὁ παλαιὸς λ. Pl.Phdr. 240c
, cf. Smp. 195b, Grg. 499c, Lg. 757a, 1 Ep.Ti.1.15, Plu.2.1082e, Luc.Alex.9, etc.;τὸ τοῦ λόγου δὴ τοῦτο Herod.2.45
, cf. D.Chr.66.24, Luc.JTr.3, Alciphr.3.56, etc.: pl., Arist.EN 1147a21.4 express resolution, κοινῷ λ. by common consent, Hdt.1.141,al.; ἐπὶ λ. τοιῷδε, ἐπ' ᾧ τε .. on the following terms, Id.7.158, cf. 9.26;ἐνδέξασθαι τὸν λ. Id.1.60
, cf. 9.5; λ. ἔχοντες πλεονέκτην a greedy proposal, Id.7.158: freq. in pl., terms, conditions, Id.9.33, etc.5 word of command, behest, A.Pr.17,40 (both pl.), Pers. 363;ἀνθρώπους πιθανωτέρους ποιεῖν λόγῳ X.Oec.13.9
;ἐξέβαλε τὰ πνεύματα λόγῳ Ev.Matt.8.16
; οἱ δέκα λ. the ten Commandments, LXX Ex.34.28, Ph.1.496.VIII thing spoken of, subject-matter (cf. 111.1 b and 2),λ. τοῦτον ἐάσομεν Thgn.1055
; προπεπυσμένος πάντα λ. the whole matter, Hdt.1.21, cf. 111; τὸν ἐόντα λ. the truth of the matter, ib.95, 116; μετασχεῖν τοῦ λ. to be in the secret, ib. 127;μηδενὶ ἄλλῳ τὸν λ. τοῦτον εῐπῃς Id.8.65
; τίς ἦν λ.; S.OT 684 ( = πρᾶγμα, 699); περί τινος λ. διελεγόμεθα subject, question, Pl.Prt. 314c; [τὸ προοίμιον] δεῖγμα τοῦ λ. case, Arist.Rh. 1415a12, cf. 111.1b; τέλος δὲ παντὸς τοῦ λ. ψηφίζονται the end of the matter was that.., Aeschin.3.124;οὐκ ἔστεξε τὸν λ. Plb.8.12.5
;οὐκ ἔστι σοι μερὶς οὐδὲ κλῆρος ἐν τῷ λ. τούτῳ Act.Ap.8.21
;ἱκανὸς αὐτῷ ὁ λ. Pl.Grg. 512c
; οὐχ ὑπολείπει [Γοργίαν] ὁ λ. matter for talk, Arist.Rh. 1418a35;μηδένα λ. ὑπολιπεῖν Isoc.4.146
; πρὸς λόγον to the point, apposite,οὐδὲν πρὸς λ. Pl.Phlb. 42e
, cf. Prt. 344a;ἐὰν πρὸς λ. τι ᾖ Id.Phlb. 33c
; alsoπρὸς λόγου Id.Grg. 459c
(s. v.l.).b in Art, subject of a painting,ζωγραφίας λόγοι Philostr.VA 6.10
;λ. τῆς γραφῆς Id.Im.1.25
.IX expression, utterance, speech regarded formally, τὸ ἀπὸ [ψυχῆς] ῥεῦμα διὰ τοῦ στόματος ἰὸν μετὰ φθόγγου λ., opp. διάνοια, Pl.Sph. 263e; intelligent utterance, opp. φωνή, Arist.Pol. 1253a14;λ. ἐστὶ φωνὴ σημαντικὴ κατὰ συνθήκην Id.Int. 16b26
, cf. Diog.Bab.Stoic.3.213; ὅθεν (from the heart)ὁ λ. ἀναπέμπεται Stoic.2.228
, cf. 244; Protagoras was nicknamed λόγος, Hsch. ap. Sch.Pl.R. 600c, Suid.;λόγου πειθοῖ Democr.181
: in pl., eloquence, Isoc.3.3,9.11;τὴν ἐν λόγοις εὐρυθμίαν Epicur.Sent.Pal.5p.69
v. d. M.; λ. ἀκριβής precise language, Ar.Nu. 130 (pl.), cf. Arist.Rh. 1418b1;τοῦ μὴ ᾀδομένου λ. Pl.R. 398d
; ἡδυσμένος λ., of rhythmical language set to music, Arist.Po. 1449b25; ἐν παντὶ λ. in all manner of utterance, 1 Ep.Cor.1.5; ἐν λόγοις in orations, Arist.Po. 1459a13; λ. γελοῖοι, ἀσχήμονες, ludicrous, improper speech, Id.SE 182b15, Pol. 1336b14.2 of various modes of expression, esp. artistic and literary, ;ἐν λόγῳ καὶ ἐν ᾠδαῖς X.Cyr.1.4.25
, cf. Pl.Lg. 835b; prose, opp. ποίησις, Id.R. 390a; opp. ψιλομετρία, Arist.Po. 1448a11; opp. ἔμμετρα, ib. 1450b15 (pl.); τῷ λ. τοῦτο τῶν μέτρων (sc. τὸ ἰαμβεῖον)ὁμοιότατον εἶναι Id.Rh. 1404a31
; in full, ψιλοὶ λ. prose, ib. b33 (but ψιλοὶ λ., = arguments without diagrams, Pl.Tht. 165a); λ. πεζοί, opp. ποιητική, D.H.Comp.6; opp. ποιήματα, ib.15;κοινὰ καὶ ποιημάτων καὶ λόγων Phld.Po.5.7
; πεζὸς λ. ib.27, al.b of the constituents of lyric or dramatic poetry, words,τὸ μέλος ἐκ τριῶν.. λόγου τε καὶ ἁρμονίας καὶ ῥυθμοῦ Pl.R. 398d
; opp. πρᾶξις, Arist.Po. 1454a18; dramatic dialogue, opp. τὰ τοῦ χοροῦ, ib. 1449a17.3 Gramm., phrase, complex term, opp. ὄνομα, Id.SE 165a13; λ. ὀνοματώδης noun- phrase, Id.APo. 93b30, cf. Rh. 1407b27; expression, D.H.Th.2, Demetr.Eloc.92.b sentence, complete statement, "ἄνθρωπος μανθάνει λόγον εἶναί φῃς.. ἐλάχιστόν τε καὶ πρῶτον Pl.Sph. 262c
;λ. αὐτοτελής A.D.Synt.3.6
, D.T.634.1; ῥηθῆναι λόγῳ to be expressed in a sentence, Pl.Tht. 202b; λ. ἔχειν to be capable of being so expressed, ib. 201e, cf. Arist.Rh. 1404b26.c language, τὰ τοῦ λ. μέρη parts of speech, Chrysipp.Stoic.2.31, S.E.M.9.350, etc.;τὰ μόρια τοῦ λ. D.H.Comp.6
;μέρος λ. D.T.633.26
, A.D.Pron.4.6, al. (but ἓν μέρος <τοῦ cod.> λόγου one word, Id.Synt.340.10, cf. 334.22); περὶ τῶν στοιχείων τοῦ λ., title of work by Chrysippus.X the Word or Wisdom of God, personified as his agent in creation and world-government,ὁ παντοδύναμός σου λ. LXX Wi.18.15
;ὁ ἐκ νοὸς φωτεινὸς λ. υἱὸς θεοῦ Corp.Herm.1.6
, cf. Plu.2.376c; λ. θεοῦ δι' οὗ κατεσκευάσθη [ὁ κόσμος] Ph.1.162; τῆς τοῦ θεοῦ σοφίας· ἡ δέ ἐστιν ὁ θεοῦ λ. ib.56; λ. θεῖος.. εἰκὼν θεοῦ ib. 561, cf. 501; τὸν τομέα τῶν συμπάντων [θεοῦ] λ. ib. 492; τὸν ἄγγελον ὅς ἐστι λ. ib. 122: in NT identified with the person of Christ,ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λ. Ev.Jo.1.1
, cf. 14, 1 Ep.Jo.2.7, Apoc.19.13;ὁ λ. τῆς ζωῆς 1 Ep.Jo.1.1
. -
6 πρίν
πρίν, Adv. and Conj.,A before, until.[πρῐν 19
times in Hom., Il.2.344, al.; πρῑν in Il.6.81, 13.172, al.; once written [full] πρείν, Leg.Gort.7.40, but [full] πρίν IG12.60.11, 94.9, 114.46, etc.; Trag. and Com. always πρῐν ( πρίν γ' must be read in Ar.Ach. 176).]A Adv. of Time, before, either in the sense of sooner or in that of formerly, erst (implying duration up to a certain time):I of future time, with [tense] fut. Indic.,πρίν μιν καὶ γῆρας ἔπεισιν Il.1.29
, cf. 18.283, Od.2.198, etc.: with Subj. = [tense] fut.,πρὶν καὶ κακὸν ἄλλο πάθῃσθα Il.24.551
: with Opt. and κεν, πρίν κεν ἀνιηθεὶς σὴν πατρίδα γαῖαν ἵκοιο Od.3.117
, cf. 11.330, 14.155, Ar. Pax 1076, 1112: with Opt., Il. 24.800: with Imper., 9.250: with Inf. (expressing a wish), 2.413, (expressing an oath) Od.4.254.II of past time,1 formerly, once,πρὶν μέν μοι ὑπέσχετο.., νῦν δὲ.. Il.2.112
, v.l. in 9.19, cf. 23.827;πρὶν μὲν πόσιν ἐσθλὸν ἀπώλεσα Od.4.724
, cf. 3.408.2 formerly (up to a certain point), before, in this sense freq. with Art.,τὸ πρίν γ' ἐκέκαστο Il.5.54
;τὸ πρίν γε.., νῦν δὲ.. 13.105
;νῦν δὲ.. τὸ πρίν γε 16.208
, cf. A.Pr. 443, Hdt.1.129: without Art.,τὰς ἐπιστήμας ἅς ποτε καὶ π. εἴχομεν Pl.Phd. 75e
: with ellipsis of part. γενόμενος, τὰ π. πελώρια (sc. γενόμενα ) the giants of old, A.Pr. 151 (lyr.); τοῦ π. Αἰγέως Aegeus gone before, S.OC69;ἐν τῷ π. χρόνῳ Id.Ph. 1224
;ἐν τοῖς π. λόγοις Th.2.62
: with part. expressed,τὸ π. γενόμενον τέρας Hdt.8.37
;τοὺς πρὶν φυλαττομένους Pl.R. 547c
, etc.3 hitherto,π. μέν.. B.12.114
; until that time, and so meanwhile, Id.15.13.4 sts. folld. by gen.,π. ὥρας Pi.P.4.43
;π. ἀνηκέστου πάθους J.BJ1.6.1
;π. γενέσεως Thd.Su.42
;π. τῆς συνόδου S.E.M.9.371
;π. φάους Arr.An. 3.18.6
; π. τοῦ βλέψαι, π. τοῦ ἀποθανεῖν, S.E.P.7.162, v.l. in LXX To. 14.15; also πρὶν οὗ c. inf., SIG953.16 (Calymna, ii B.C.); c. indic., Test. ap. D.46.21.B Conj. before, ere: freq. following an antecedent clause with adverbial π. (chiefly in [dialect] Ep.), or its equivalents πρότερον, πρόσθεν, πάρος (poet.), esp. with negat.,οὐδὲ π..., π... Il.1.98
,7.481, Od.19.475;μὴ π..., π... Il.2.355
, E.HF 605;π..., π... Il.2.348
, 8.453, Od.19.586;οὐ πρότερον.., π... Ar.Ec. 620
, And.4.17, D.9.61;μὴ πρότερον.. π... S.Ph. 199
(anap.), Pl.Phd. 62c, Aeschin.1.10;πρότερον.., π... And.4.1
, X.Cyr.5.2.9;οὐ πρόσθεν.., π... Od. 17.9
, X.Cyr.1.4.23;μὴ πρόσθεν.., π... Id.An.1.1.10
;πρόσθε., π. τυχεῖν Pi.P.2.92
;οὐ πάρος.., π... Od.2.128
, Il.5.219; preceded by φθάνω, 16.322, Antipho 1.29, Th.4.79, 104, 6.97, 8.12, X.An.4.1.21, Cyr.2.4.25; sts. folld. byἤ, οὐ.. πρίν γ' ἀποπαύσεσθαι πρίν γ' ἢ ἕτερόν γε πεσόντα αἵματος ἆσαι Ἄρηα Il.5.288
, cf. 22.266, Hdt.1.136, 165, al.; dub. and perh. always corrupt in [dialect] Att. and X., Th.5.61, Lys.6.11, Isoc.4.19 (v.l.), Lycurg.128, Aeschin.2.132 (v.l.), X.Cyr.1.4.23, An. 4.5.1, but freq. in later Greek, LXX Ge.29.26, etc.I c. inf., the prevailing constr. in Hom., after positive and negative clauses alike: in [dialect] Att. mostly after positive clauses, and always used with them when the action does not or is not to take place: the tense is,I regularly [tense] aor.,a after a positive clause,ναῖε δὲ Πήδαιον, πρὶν ἐλθεῖν υἷας Ἀχαιῶν Il.13.172
, cf. 8.453, 16.322, Od.1.210;Ζεὺς ὀλέσειε βίην, πρὶν ἥβης μέτρον ἱκέσθαι 4.668
, cf. Il.6.465, 24.245, Pi.P.2.92.3.9, N.8.19, Hdt.6.119, A.Pers. 712, Ag. 1539 (anap.). S.Ant. 120 (lyr.), Tr. 396, E.Alc. 281, Ar.Eq. 258, al., Antipho 5.67, Th.1.125, X.An.4.1.7, Pl.Prt. 350b, al.; after negat. questions which expect a posit. answer, E.Andr. 1069, Ion 524, Rh. 684, Ar.Ra. 481, etc.b after a negat. clause,οὐδ' ὅ γε πρὶν Δαναοῖσιν ἀεικέα λοιγὸν ἀπώσει, πρίν γ' ἀπὸ πατρὶ φίλῳ δόμεναι ἑλικώπιδα κούρην Il.1.98
, cf. 19.423, Od.2.128, 4.747 : after Hom. a negat. antecedent is commonly folld. by πρίν with finite Verb (v. infr. 11); but Inf. is found where π. precedes,π. ἰδεῖν δ', οὐδεὶς μάντις S.Aj. 1419
(anap.);π. μὲν γὰρ κριθῆναι, οὐ ῥᾴδιον ἦν εἰδέναι τὰς αἰτίας And.4.8
;π. νικῆσαι.., οὐκ ἦν.. Lys.19.28
;π. δὲ ταῦτα πρᾶξαι, μὴ σκοπεῖτε D.3.12
, cf. Lycurg. 135; also,οὔτε.. π. ἱδρῶσαι δεῖπνον ᾑρεῖτο X.Cyr.8.1.38
; also after Verbs of fearing (the positive being the thing dreaded),ὅταν.. δεδίωσι μὴ πρότερόν τι μάθῃς, π. τέλος ἐπιθεῖναι τοῖς πραττομένοις Isoc.5.70
, cf. E.Fr.453.6, S.Tr. 632; in unfulfilled conditions and wishes,οὔθ' ὁ Πλούτωνος κύων οὔθ' οὑπὶ κώπῃ ψυχοπομπὸς ἂν Χάρων ἔσχον π. εἰς φῶς σὸν καταστῆσαι βίον E.Alc. 362
, cf. Rh.61; otherwise not common,ὤφθην οὐδεπώποτε π. ταύτην τὴν συμφορὰν γενέσθαι Lys.19.55
;οὐδὲ παύσεται χόλου.., π. κατασκῆψαί τινα E.Med.94
, cf. HF 605;καί μοι μὴ θορυβήσῃ μηδεὶς π. ἀκοῦσαι D.5.15
, cf. X.Oec.4.24: after neg. opt. with ἄν, οὕτω γένοιτ' ἂν οὐδ' ἂν ἔκβασις στρατοῦ καλή, π. ὅρμῳ ναῦν θρασυνθῆναι a.Supp.772, cf. Pl.Lg. 769e: after a past tense (in orat. obliq.),ὤμοσαν μὴ π. ἐς Φώκαιαν ἥξειν, π. ἢ τὸν μύδρον τοῦτον ἀναφανῆναι Hdt.1.165
, cf. 4.9, Th. 7.50, X.HG6.5.23, Pl.Phd. 61a.2 also [tense] pres., to convey a special sense of continuance, effort, or the like , 'before undertaking to', 'before proceeding to',π. ἐξοπλίζειν Ἄρη A.Supp. 702
(lyr.), cf. Ag. 1067;π. νυν τὰ πλείον' ἱστορεῖν.., ἔξελθε S.OC36
, cf. El.20;π. κλαίειν τινά E.Andr. 577
, cf. Or. 1095;π. λέγειν Ar.Th. 380
, cf. Ach. 383, Hdt. 8.3, And.4.1, Th.3.24, Pl.Lg. 666a, X.Cyr.2.4.25, Mem.1.2.40, etc.3 also [tense] perf., after a [tense] fut.,π. τόδ' ἐξηντληκέναι E.Med.79
; after [tense] pres. or [tense] impf., Id.El. 1069, cf. Hdt.3.25;π..., τί μέλλετ'.. ; E.Ph. 1145
;π. καὶ τεθύσθαι Ar.Av. 1034
, cf. V. 1156, Pax 375, Lys. 322 (lyr.), Ra. 1185, X. An.4.1.21, Pl.Tht. 164c, Prt. 320a, etc.; with ἥκειν in [tense] pf. sense, Hdt.6.116;οὐ βουλόμενος διαγωνίσασθαι π. οἱ τοὺς βοηθοὺς ἥκειν Th.5.10
.II with a finite Verb:1 with Ind., chiefly [tense] aor.: not in Hom. (first in h.Ap. 357), who uses Ind. only with πρίν γ' ὅτε, πρίν γ' ὅτε δή, after both posit. and neg. clauses,ἠλώμην.., πρίν γ' ὅτε.. ἤγαγες Od.13.322
;πρίν γ' ὅτε δή με.. κάλεσσεν 23.43
, cf. Il.12.437;οὐδέ κεν ἡμέας ἄλλο διέκρινεν.., πρίν γ' ὅτε δὴ θανάτοιο.. νέφος ἀμφεκάλυψεν Od.4.180
: rarely with [tense] impf., οὐδ' ὧς τοῦ θυμὸν.. ἔπειθον, πρίν γ' ὅτε δὴ θάλαμος πύκ' ἐβάλλετο ( began to be hit) Il.9.588: freq. after Hom., with [tense] aor.,a after neg. clauses: of a fact in the past,οὐκ ἦν ἀλέξημ' οὐδὲν.., πρίν γ' ἐγώ σφισιν ἔδειξα A.Pr. 481
;οὐ πρότερον ἀπανέστη.. Μαρδόνιος, πρὶν ἤ σφεας ὑποχειρίους ἐποιήσατο Hdt.6.45
; ἀλλ' οὐδ' ὣς.. ἠξίωσαν νεώτερόν τι ποιεῖν ἐς αὐτο'ν.., πρίν γε δὴ αὐτοῖς.. μηνυτὴς γίγνεται (histor. [tense] pres. = [tense] aor.) Th.1.132, cf. 3.101, 5.61, Hdt.6.79, Ar.Av. 700, X.Cyr.1.4.23,4.5.13 (histor. [tense] pres.), HG5.4.58, etc.; once in Pl., Phdr. 266a; as part of an unfulfilled condition,οὐκ ἂν κατέσχε δῆμον οὐδ' ἐπαύσατο π. ἀνταράξας πῖαρ ἐξεῖλεν γάλα Sol.
ap. Arist.Ath.12.5;οὐκ ἂν ἐσκεψάμεθα πρότερον.., πρὶν ἐζητήσαμεν Pl.Men. 86d
, cf. Tht. 165e;χρῆν τοίνυν Αεπτίνην μὴ πρότερον τιθέναι τὸν ἑαυτοῦ νόμον, πρὶν τοῦτον ἔλυσε γραψάμενος D.20.96
; after verbs implying a neg.,ἀμφιγνοεῖν X.An.2.5.33
,θαυμάζειν Th.1.51
,λανθάνειν Id.3.29
; also with [tense] impf.,οὔπω ᾔδει.. π. ἐν τῷ κακῷ ἦν Antipho 1.19
, cf. And.4.17, D.9.61.b after posit. clauses (both combined, A.Pr. 481, Th.1.118), with the sense until,ἠγόμην δ' ἀνὴρ ἀστῶν μέγιστος.., πρίν μοι τύχη τοιάδ' ἐπέστη S.OT 776
; σπουδαὶ δὲ λόγων ἦσαν ἴσαι πως, πρὶν.. πείθει (histor. [tense] pres.) E. Hec. 131 (anap.);πρίν γ' ὁρᾷ Id.Med. 1173
; freq. folld. byδή, π. δή τις ἐφθέγξατο Id.Andr. 1147
; τὰ περὶ τοὺς ἀγῶνας κατελύθη (neg. idea)ὑπὸ ξυμφορῶν, πρὶν δὴ οἱ Ἀθηναῖοι τότε τὸν ἀγῶνα ἐποίησαν Th.3.104
, cf.7.39 (histor. [tense] pres.), 71.2 with Subj. only after negs. or equiv. of neg., = ἕως or ἢν μή (in Isoc.4.173 ἢν μή and πρὶν ἄν are used almost as synonyms);οὐ καταδυσόμεθ', ἀχνύμενοί περ.., πρὶν μόρσιμον ἦμαρ ἐπέλθῃ Od.10.175
;μή πω καταδύσεο.., πρίν γ' ἐμὲ.. ἴδηαι Il.18.135
, cf. 190, 24.781;ἀλλ' ὄμοσον μὴ μητρὶ φίλῃ τάδε μυθήσασθαι, πρίν γ' ὅτ' ἂν ἑνδεκάτη τε δυωδεκάτη τε γένηται Od.2.374
, cf. 4.477: in Prose usu. πρὶν ἄν (πρίν κα Berl.Sitzb.1927.161
([place name] Cyrene)), rarely π. alone, as also πρὶν ἤ:a generally with [tense] aor., to express an action preceding the action of the anteced. clause, the Verb in which is [tense] fut. (or some equiv. of the [tense] fut.) or imper.,οὐ γαμέεται παρθένος οὐδεμία, πρὶν ἂν τῶν πολεμίων ἄνδρα ἀποκτείνῃ Hdt.4.117
, cf. 1.82 (v.l.), 3.109 (v.l.); νῦν δ' οὐδέν ἐστι τέρμα μοι προκείμενον μόχθων (the sense here is [tense] fut.), , cf. 166 (lyr.), 177 (anap.);οὐ γάρ ποτ' ἔξει τῆσδε τῆς χώρας, πρὶν ἂν.. στήσῃς ἄγων S.OC 909
, cf. 48, 1041, OT 1529, etc.;οὐκ ἂν ἐκμάθοις.., πρὶν ἂν θάνῃ τις Id.Tr.2
;οὐκ ἄπειμι πρὸς δόμους πάλιν, πρὶν ἄν σε.. ἔξω βάλω E.Med. 276
, cf. 680, Alc. 1145, IA 324, IT19, 1302;μὴ προκαταγίγνωσκε.., π. ἄν γ' ἀκούσῃς ἀμφοτέρων Ar.V. 920
, cf. Ach. 176, 230, X.Hier.6.13, Cyr.1.2.8, An.1. 1.10, 5.7.12, Pl.Phdr. 228c, La. 187e (ἂν added in later codd.), etc.;μηδέν' ὀλβίζειν π. ἀ'ν τέρμα τοῦ βίου περάσῃ S.OT 1529
(troch.);οὐχὶ μὴ παύσησθε, π. ἄν.. ὑμᾶς τις ἐκτραχηλίσῃ Ar.Lys. 704
: π. withoutἄν, μὴ στέναζε, π. μάθῃς S.Ph. 917
, cf. Ant. 619 (lyr.), Aj. 742, 965, Tr. 608, 946;οὐκ ἔστιν ὅστις αὐτὸν ἐξαιρήσεται.., π. γυναῖκ' ἐμοὶ μεθῇ E.Alc. 849
, cf. Or. 1218, 1357 (lyr.);π. χαρίσωνται Ar.Ec. 629
(s.v.l.);οὐ γὰρ δή σφεας ἀπίει τῆς ἀποικίης, πρὶν δὴ ἀπίκωνται Hdt.4.157
;π. διαγνῶσι Th.6.29
; π... βεβαιωσώμεθα ib.10 (dub.l.);πρὶν ἀνάγκην τινὰ θεὸς ἐπιπέμψῃ Pl.Phd. 62c
codd.;π. ἐξετάσωσιν Hyp.Eux.4
: πρὶν ἤ (never with ἄν), π. ἢ ἀνορθώσωσι Hdt.1.19
, cf. 136, Pl.Ti. 57b, etc.: with neg. implied,ὁ δὲ ἀδικέει ἀναπειθόμενος π. ἢ ἀτρεκέως ἐκμάθῃ Hdt.7.10
.ή; αἰσχρὸν ἡγοῦμαι πρότερον παύσασθαι, π. ἂν.. ψηφίσησθε Lys. 22.4
;ὅστις οὖν οἴεται τοὺς ἄλλους πράξειν τι.., π. ἂν.. διαλλάξῃ, λίαν ἁπλῶς ἔχει Isoc.4.16
(where ὅστις οὖν οἴεται = οὐ δεῖ οὔεσθαι, as is shown by ἀλλὰ δεῖ in the next sentence, cf. D.38.24).b less freq. (never in Hom.) with [tense] pres. subj.: μήπω π. ἂν τῶν ἡμετέρων ἀΐῃς (the Verb has no [tense] aor.) (anap.);ὁ νομοθέτης τὰ διδασκαλεῖα ἀνοίγειν ἀπαγορεύει μὴ πρότερον π. ἂν ὁ ἥλιος ἀνίσχῃ Aeschin.1.10
, cf. Antipho 1.29, X.Cyr.2.2.8, Pl.Phdr. 271c.3 πρίν with Opt.:a representing subj. after histor. tenses,οὐκ ἔθελεν φεύγειν π. πειρήσαιτ' Ἀχιλῆος Il.21.580
; πρίν γ' ὅτε, as with subj., 9.488;ἔδοξέ μοι μὴ σῖγα π. φράσαιμί σοι τὸν πλοῦν ποεῖσθαι S. Ph. 551
, cf. Th.3.22, X.Cyr.1.4.14, HG6.5.19 (cf. 2.4.18), An.1.2.2, Pl.Ap. 36c, etc.b by assimilation,ὄλοιο μήπω π. μάθοιμι S.Ph. 961
, cf. Tr. 657 (lyr.); οὐδὲ γὰρ εἰδείης (potential opt.)..π. πειρηθείης Thgn.126
; after opt. withἄν, οὐκ ἂν πρότερον ὁρμήσειε π. βεβαιώσαιτο Pl.Lg. 799d
, cf. S.OT 505 (lyr.).4 π. ἄν c. opt. is doubtful, and (if not corrupt) due to the change required by orat. obl.,ἀπαγορευόντων τῶν φίλων τῶν ἐμῶν μὴ ἀποκτείνειν τὸν ἄνδρα, πρὶν ἄν ἐγὼ ἔλθοιμι Antipho 5.34
(s.v.l.), cf. X.HG2.3.48, 2.4.18. -
7 τρέπω
Aτρέψω 15.261
, etc.: [tense] aor. 1ἔτρεψα 18.469
, etc., [dialect] Ep.τρέψα 16.645
: besides [tense] aor. 1 Hom. has [tense] aor. 2 ἔτρᾰπον, Od.4.294, al., also Pi.O.10(11).15 (sts. also intr., v. περιτρέπω 11 and perh. Il.16.657, cf. 111 fin.): [dialect] Aeol. [tense] aor. ἔτροπον, v. ἀνατρέπω: [tense] pf. , Anaxandr.51, ([etym.] ἀνα-) S.Tr. 1009 (lyr.), And.1.131; laterτέτρᾰφα Din.1.108
, ([etym.] ἀνα-) ib.30, D.18.296 (cod. S), Aeschin.1.190, 3.158 (but cf. Wackernagel Studien zum griech. Perf.15);ἐπι-τέτραφα Plb.30.6.6
:—[voice] Med., [tense] fut.τρέψομαι Hdt.1.97
, Hp.Prog.20, E. Hipp. 1066, etc.: [tense] aor.ἐτρεψάμην Od.1.422
, E.Heracl. 842: also [tense] aor. 2ἐτραπόμην Il.16.594
, Hdt.2.3, al. (used also in pass. sense, ([etym.] ἀν-) Il.6.64, 14.447, and once in [dialect] Att., ([etym.] ἀν-) Pl.Cra. 395d); imper. : [tense] pf. (v. infr.):—[voice] Pass., [tense] fut.τρᾰπήσομαι Plu.Nic.21
, etc.; alsoτετράψομαι Ph.1.220
, ([etym.] ἐπι-) Pisistr. ap. D.L.1.54: [tense] aor.ἐτρέφθην Hom. Epigr.14.7
, once in Trag., E.El. 1046 (v. ἐπιτρέπω); [dialect] Ion.τραφθῆναι Od.15.80
, cf. Hdt.4.12: [tense] aor. 2 ἐτράπην [pron. full] [ᾰ] A.Pers. 1029 (lyr.), Ar.Ec. 416, etc.; ἐτρέπην ([etym.] ἐν-) UPZ5.24 (ii B. C.): [tense] pf. ; [ per.] 3pl.τετράφαται Thgn.42
, cf. Il.2.25 ([etym.] ἐπι-); [ per.] 3sg. imper.τετράφθω 12.273
; part.τετραμμένος 19.212
, etc.: [tense] plpf., [dialect] Ep. [ per.] 3sg.τέτραπτο Od.4.260
; [ per.] 3pl.τετράφατο Il.10.189
.—From the [tense] aor. 2 has been formed the [tense] pres. ἐπιτρᾰπέουσι, ib. 421; cf. τραπητέον.—The [dialect] Ion. forms used by Hdt. are [tense] pres. [voice] Pass.τράπονται 6.33
, al.; [ per.] 3sg. [tense] impf.τρέπεσκε 4.128
; [tense] aor. [voice] Pass.τραφθείς 9.56
; but [tense] fut. ἐπιτράψομαι is f. l. in 3.155, and in the [tense] pres. [voice] Act. and [voice] Pass. codd. vary (both forms in codd. of 2.92 ([voice] Act.),τρέπεται 1.117
,τράπεται 4.60
):—[dialect] Dor. forms, [full] τράπω EM114.19; [tense] fut. ([place name] Crete):— turn or direct towards a thing, Hom., etc.; mostly folld. by a Prep.,τ. [φύσας] ἐς πῦρ Il.18.469
;ἐς ποταμὸν φλόγα 21.349
; εἰς εὐνὴν τράπεθ' ἥμεας show us to bed, Od.4.294 (perh. with a punning reference to ταρπώμεθα in next line); (as though τραπείομεν in Il.3.441 belonged to τρέπω and not to τέρπω; unless there is a pause after λέκτρονδε); θυμὸν εἰς ἔργον τ. Hes.Op. 316
;εἰς ἐχθροὺς βέλος A.Th. 255
;πόλεις ἐς ὕβριν Th.3.39
;τὸν ἄνθρωπον.. εἰς ἀθυμίαν D.23.194
;πρὸς ἠέλιον κεφαλήν Od.13.29
;πρὸς ὄρος πίονα μῆλα 9.315
;πρὸς εὐφροσύναν ἦτορ Pi.I.3.10
;τὰς γνώμας πρὸς χρηματισμόν Pl.Ep. 355b
; alsoἐπ' ἐμπορίην θυμόν Hes.Op. 646
, cf. Pl. Phdr. 257b, R. 508c;δᾶμον ἐς ἡσυχίαν Pi.P.1.70
;ἐπ' ἐχθροῖς χεῖρα S.Aj. 772
;κατὰ πληθὺν τ. θυμόν Il.5.676
;ἀντίον Ζεφύρου πρόσωπον Hes.Op. 594
: with Advbs.,πάντων ὁμόσε στόματ' ἔτραπε Il.12.24
;οὐκ οἶδ' ὅποι χρὴ.. τ. ἔπος S.Ph. 897
;ἐνταῦθα σὴν φρένα E.IT 1322
; τὴνδιάνοιαν ἄλλοσε Pl.R. 393a
;ἐκεῖσε τ. τὰς ἡδονάς Id.Lg. 643c
;ἐπὶ τὴν θεραπείαν τὸν λόγον Sor.2.23
: c. inf., σέ.. ἔτραπε.. ὀργὰ παρφάμεν led thee to speak crookedly, Pi.P.9.43:—also in [voice] Med.,τραπέσθαι τινὰ ἐπί τι Pl.Euthd. 303c
, cf. Chrm. 156c:—[voice] Pass.,κεῖται ἀνὰ πρόθυρον τετραμμένος Il.19.212
.2 [voice] Pass. and [voice] Med., turn one's steps, turn in a certain direction,τραφθῆναι ἀν' Ἑλλάδα Od.15.80
;τραφθέντες ἐς τὸ πεδίον Hdt. 9.56
;ἐς Θήβας ἐτραπόμην Id.2.3
; ἐπὶ Προκόννησον, ἐπ' Ἀθηνέων, Id 6.33, 5.57: with Advbs., ἀμηχανεῖν ὅποι τράποιντο which way to turn, A. Pers. 459;ἀμηχανῶ.. ὅπᾳ τράπωμαι Id.Ag. 1532
(lyr.);πᾷ τις τράποιτ' ἄν; Id.Ch. 409
(lyr.);ποῖ τρέψομαι; E.Hipp. 1066
, cf. X.An.3.5.13;ποῖ χρὴ τραπέσθαι; Lys.29.2
: c. acc. cogn., τραπέσθαι ὁδόν take a course, Hdt.1.11, cf. 9.69, Pl.Sph. 242b;πολλὰς ὁδοὺς τραπόμενοι κατὰ ὄρη Th.5.10
; .3 in [voice] Pass. and [voice] Med. also, turn or betake oneself, εἰς ὀρχηστύν, εἰς ἀοιδήν, Od.1.422, 18.305;ἐπὶ ἔργα Il.3.422
, etc.; ἐπ' ἀναιδείην Hom Epigr.14.7;ἐπὶ σωφροσύνην Thgn.379
;ἐπὶ ψευδέα ὁδόν Hdt.1.117
;ἐπὶ φροντίδας E.IA 646
;ἐφ' ἁρπαγήν Th.4.104
;ἐπ' εἰρήνην X.HG4.4.2
;ἐς τὸ μαίνεσθαι S.OC 1537
;ἐς ἀλκήν Th.2.84
;εἰς ἁρπαγὴν ἐπὶ τὰς οἰκίας X.HG6.5.30
;κατὰ θέαν τετραμμένοι Th.5.9
;πρὸς ἀλκήν Hdt.3.78
;πρὸς τὸ κέρδιον τραπείς S.Aj. 743
;πρὸς λῃστείαν Th.1.5
;πρὸς ἄριστον τετρ. Hdt.1.63
;πρὸς τὸν πότον Pl.Smp. 176a
, etc.; also τ. πρός τινα betake oneself, have recourse to him, Cratin.152, X.An.4.5.30, Pl.Prt. 339e;ἐφ' ἱκετείαν τ. τῶν διωκόντων Id.Ap. 39a
.4 [voice] Pass. and [voice] Med., of places, to be turned or look in a certain direction,πρὸς ζόφον Od. 12.81
; πρὸς ἄρκτον, πρὸς νότον, etc., Hdt. 1.148, Th.2.15, etc.; alsoπρὸς τοῦ Τμώλου Hdt.1.84
; ἄντ' ἠελίου τετρ. straight towards, Hes. Op. 727.II turn, i. e. turn round or about, πάλιν τρέπειν turn back,ἵππους Il.8.432
; τινα ib. 399; ὄσσε, δόρυ, 21.415, 20.439; τὰ καλὰ τ. ἔξω turn the best side outmost, show the best side (of a garment), Pi.P.3.83:—[voice] Pass.,πάλιν ἐτράπετ' Il.21.468
;μή τις ὀπίσσω τετράφθω 12.273
; c. gen., turn from..,υἷος 18.138
; ἐτράπετ' αἰχμή the point bent back, like ἀνεγνάμφθη, 11.237; of the sun having passed the meridian,πόστην ἥλιος τέτραπται; Ar.Fr. 163
, cf. Antig. Mir.60; also of the solstice, ἐπειδὰν ἐν χειμῶνι τράπηται [ὁ ἥλιος] (v.τροπή 1
) X.Mem.4.3.8, cf. Pl.Lg. 915d;τραπείσης τῆς ὥρας Arist. HA 628b26
:—intr. in [voice] Act., περὶ δ' ἔτραπον ὧραι, v. περιτρέπω 11.2 τ. τι εἴς τινα turn upon another's head, τ. τὴν αἰτίαν, τὴν ὀργὴν εἴς τινα, Is.8.41, D.8.57; freq. in imprecations, ἐς κεφαλὴν τράποιτ' ἐμοί on my head be it! Ar.Ach. 833, cf. Hdt.2.39; εἰς σεαυτὸν τρεπέσθω on your head be it! IG4.444 ([place name] Phlius);ἦ κἀπ' ἐμοὶ τρέποιτ' ἂν αἰτίας τέλος; A.Eu. 434
; keep your ills to yourself,Ar.
Ach. 1019, Nu. 1263;πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς τρέψεσθε Lys.8.19
.3 alter, change,φρένας Il.6.61
;τὰς γνώμας X.An.3.1.41
; [τὸ χρῶμα] Sor.1.35; [ τὸ γάλα] ib.92;ἔτραπεν κεῖνον μισθῷ χρυσός Pi.P.3.55
; deceive, Archil.166;ἐς κακὸν τ. τινά Pi.P.3.35
; (troch.); , cf. Hdt.7.105, etc.: [voice] Med., πρὸς τὰς ξυμφορὰς τὰς γνώμας τρέπεσθαι shift their views, Th.1.140, cf. Plu. 2.71e, etc.:—[voice] Pass., to be changed,τρέπεται χρώς Il.13.279
, cf. Od. 21.413, Hes.Op. 416; τὴν χρόαν τρέπεσθαι, of animals, Plu.2.51d; τῷ χρώματι τρεπομένας, of women, Sor.1.35 (so abs., of a man, Id.Vit.Hippocr.5);ὁ οὕτω τρεπόμενος σφυγμός Gal.18(2).40
;τρέπεται νόος Od.3.147
;νόος ἐτράπετ' 7.263
;Διὸς ἐτράπετο φρήν Il.10.45
;τράπομαι καὶ τὴν γνώμην μετατίθεμαι Hdt.7.18
; ὁρῶν αὐτοὺς τετραμμένους seeing that they had changed their minds, Id.9.34, cf. Th.4.106;ἐπὶ τὰ βελτίω τρέπου Ar.V. 986
: c. inf.,κραδίη τέτραπτο νέεσθαι Od.4.260
;ἐτράποντο.. τῷ δήμῳ.. τὰ πράγματα ἐνδιδόναι Th. 2.65
: c. acc. cogn.,πλείους τραπόμενος τροπὰς τοῦ Εὐρίπου Aeschin. 3.90
; οἶνος τρέπεται the wine turns, becomes sour (v. τροπίας), S.E. P.1.41;ἡ ξανθὴ χολὴ.. εἰς τὸν ἰώδη τρέπεται χυμόν Gal.16.534
; ἡ ἀδελφὴ ἐπὶ τὸ κομψότερον ἐτράπη has taken a turn for the better, POxy.935.5 (iii A. D.); ἐπὶ τὸ ῥᾷον ἔδοξεν τετράφθαι ib.939.17 (iv A. D.); τοῦ πατρὸς ἡμῶν εἰς ἄπορον τραπέντος having become destitute, PMeyer 8.14 (ii A. D.):—intr. in [voice] Act.,τοῦ ἄρχοντος τρέποντος εἰς δεσπότην Ph.2.562
.III turn or put to flight, rout, defeat,τρέψω δ' ἥρωας Ἀχαιούς Il.15.261
;ἔτρεψε φάλαγγας Tyrt.12.21
, cf. Pi.O.10 (11).15, Hdt.1.63, 4.128, Th.1.62, 4.25,33, etc.; in full,φύγαδε τ. Il.8.157
;εἰς φυγὴν ἔτρεψε τοὺς ἑξακισχιλίους X.An.1.8.24
;τρέψαι καὶ ἐς φυγὴν καταστῆσαι Th.7.43
(but they fled,E.
Supp. 718):—[voice] Med., [tense] pres., X.An.5.4.16, J.AJ13.2.4, Plu.Cam.29: [tense] fut., Ar.Eq. 275 (troch.): [tense] aor. 1, E.Heracl. 842, X.An.6.1.13:—[voice] Pass., to be put to flight, [tense] aor. 2 (lyr.), X.Cyr.5.4.7 (v.l. ἐτράποντο), etc.: also [tense] aor. 1ἐτρέφθην Id.An.5.4.23
, HG3.4.14, Cyn.12.5: [tense] aor. 2 [voice] Med.ἐτραπόμην Hdt.1.80
, 9.63, etc.;ἐς φυγὴν τραπέσθαι Id.8.91
, Th.8.95;τραπόμενοι κατέφυγον Id.4
54;φυγῇ ἄλλος ἄλλῃ ἐτράπετο X.An.4.8.19
;ἐτράποντο φεύγειν Plu.Lys. 28
, Caes.45: rarely in [tense] pf. [voice] Pass.,τετραμμένου φυγᾷ γένους A.Th. 952
(lyr.):—also intr. in [voice] Act.,φύγαδ' ἔτραπε Il.16.657
(unless it governs δίφρον).IV turn away, keep off, ;τ. τινὰ ἀπὸ τείχεος 22.16
;ἑκάς τινος Od.17.73
([voice] Med.);τῇ.. νόον ἔτραπεν 19.479
: abs.,ἀλλὰ Ζεὺς ἔτρεψε Il.4.381
; of weapons,βέλος.. ἔτραπεν ἄλλῃ 5.187
;ἀπὸ ἔγχεος ὁρμὴν ἔτραπε Hes. Sc. 456
.VI turn, apply,τ. τι ἐς ἄλλο τι Hdt.2.92
; τὰς ἐμβάδας ποῖ τέτροφας; what have you done with your shoes? Ar.Nu. 858;τὸν μόναυλον ποῖ τέτροφας; Anaxandr. 51
:—[voice] Pass.,ποῖ τρέπεται.. τὰ χρήματα; Ar.V. 665
(anap.). -
8 ὑπόθεσις
A proposal, proposed action,τὴν ἐν φίλοις δικαιοτάτην ὑ. ἔχω ὑποτιθέναι X.Cyr.5.5.13
;ἵνα σὺ τὰ σαυτοῦ κατὰ τὴν ὑ. ὅπως ἂν βούλῃ περαίνῃς Pl.Grg. 454c
; intention, policy,πολλὰ πρᾶξαι πρὸς τὴν ὑ. τῆς πατρίδος ὡς συχνῆς ἀδικίας δεομένην Thphr.Fr. 136
;διὰ τὴν ὑ. τῆς πολιτείας.. ἠναγκάζετο χρῆσθαι τοῖς ὑπουργοῦσι Plu.Caes.51
; πρὸς ὑ. τινα ἀγαθῶν ἀνδρῶν men good for a particular policy, Arist.Pol. 1293b4; ὑ. τῆς δημοκρατικῆς πολιτείας ἐλευθερία ib. 1317a40; ἡμῖν ἡ τῶν νόμων ὑ. ἐνταῦθα ἔβλεπεν, ὅπως .. Pl.Lg. 743c;περὶ τῶν αὐτῶν οὐχ ὁμοίως ἅπασι βουλευτέον, ἀλλ' ὡς ἂν ἐξ ἀρχῆς ἕκαστοι τοῦ βίου ποιήσωνται τὴν ὑ. Isoc.6.90
;τοῖς φαύλοις ἐνδέχεται τὰ τυχόντα πράττειν· εὐθὺς γὰρ τοῦ βίου τοιαύτην πεποίηνται τὴν ὑ. Id.1.48
;ἀνάγκη τοῖς περὶ ὅλων τῶν πραγμάτων καλὰς τὰς ὑ. πεποιημένοις καὶ τὰ μέρη τὸν αὐτὸν τρόπον ἔχειν ἐκείνοις Id.7.28
;πρὸς ταύτην τὴν ὑ. ἀποβλέποντες ἄμεινον βουλευσόμεθα καὶ περὶ τῶν ἄλλων Id.8.18
;ἐξέστητε τῆς ὑ. ἐφ' ἧς ὑμᾶς οἱ πρόγονοι κατέλιπον D.10.46
; οἱ τῆς αὐτῆς ὑ. προεστῶτες those who advocated the same policy, Plb.30.32.12;ἅπαντας ἀπονεύσειν ἐπ' ἐκείνην τὴν ὑ. Id.24.9.7
; Ἀχαϊκωτέραν εἶναι.. ταύτην τὴν ὑ. καὶ νικητικωτέραν ἐν τοῖς πολλοῖς ib.4;τὸ τῆς ἰδίας ὑ. λαμπρόν Id.21.23.1
;τὸ τῶν σαρισῶν μέγεθός ἐστι κατὰ μὲν τὴν ἐξ ἀρχῆς ὑ. ἑκκαίδεκα πηχῶν, κατὰ δὲ τὴν ἁρμογὴν τὴν πρὸς τὴν ἀλήθειαν δεκατεττάρων Id.18.29.2
;τηροῦντες τὴν αὑτῶν ὑ. Id.5.5.5
;πρὸς ταύτην ἁρμοζόμενοι τὴν ὑ. Id.3.16.1
, cf. 3.50.7; κατασκέψασθαι τὴν τῶν ὑπεναντίων ἐπίνοιαν καὶ τὴν ὅλην ὑ. ib.6;Φάβιος.. κατὰ τὴν ἐξ ἀρχῆς ὑ. οὐδαμῶς κρίνων ἐκκυβεύειν οὐδὲ παραβάλλεσθαι τοῖς ὅλοις Id.3.94.4
.2 suggestion, advice,ἐδώκαμεν ἄν σοι ὑποθέσεις δι' ὧν οἱ ἀντίδικοι ἂν οἴμωζον PMich.Zen.57.7
(iii B. C.);διελέγοντο.. κατὰ τὰς ἐντολὰς τὰς Ἀράτου καὶ τὰς ὑ. Plb. 2.48.8
, cf. 2.52.6, 4.24.2;κροτηθείσης τῆς ὑ. Id.28.16.5
; πολυτέχνους ὑ. ἔργων elaborate proposals for works, Plu.Per.12.3 purpose, ;λόγῳ μὲν ἀποδώσων.., ἑτέραν δὲ τῆς ἀποδημίας ἔχων ὑ. λανθάνουσαν τοὺς πολλούς Id.Mar.31
;ἐξ αὐτῆς τῆς αἰτίας τῆς τε ὑ. τοῦ πολέμου ἀξιολογώτατος ἀγὼν συνηνέχθη D.C.41.56
;ὑ. τοῦ πολέμου καὶ πρόφασιν διδόντων ἐλευθεροῦν τοὺς Ἕλληνας Plu.Flam.15
;τὸ χωρὶς ὑποθέσεως πολεμεῖν.. τί ἄλλο ἢ μανία; D.Chr.38.17
; [οἱ ἐλέφαντες] ἴσασι τῆς ὁδοῦ τῆς ἐπ' αὐτοὺς τὴν ὑ... εἶναι.. τοὺς ὀδόντας Ael.NA6.56
.4 occasion, excuse, pretext,οὕτω γὰρ ἂν αὐτοῖς ἡ ἀπολογία προαναιροῖτο καὶ ἡ πρώτη ὑ. τῆς ἐθελοδουλείας Luc.Merc.Cond.5
; τοιαύτης αὐτοῖς τῆς ὑ. οὔσης ib.10;ἀεὶ χρὴ ἐπί τινι λυπεῖσθαι καὶ μὴ ἄνευ ὑ. Artem.
2.60;ὑ. ἀργυρισμοῦ καὶ φόνων εἰληφέναι ἐδόκει D.C.63.26
;μή με νομίσῃς ἀπὸ τῆς παρούσης ὑ. ἀπαρτᾶν τὸν λόγον Id.52.18
.5 actor's role,τοὺς ὑποκριτὰς.. οὓς ὁρῶμεν οὔτε κλαίοντας ἐν τοῖς θεάτροις, ὡς αὐτοὶ θέλουσιν, ἀλλ' ὡς ὁ ἀγὼν ἀπαιτεῖ πρὸς τὴν ὑ. Plu.Dem.22
;ὶδεῖν τί μου ποιεῖ ὁ ἀθλητής, πῶς μελετᾷ τὴν ὑ. Arr.Epict.1.29.38
, cf. 41;τὴν τοῦ πατρὸς καὶ τῆς μητρὸς ὑ. λαβεῖν Iamb.VP8.39
.6 function, occupation, station in life, [Διονύσιος] ἐκ σημοτικῆς καὶ ταπεινῆς ὑ. ὁρμηθείς Plb.15.35.2
; [Ἀγαθοκλῆς] ὁρμηθεὶς ἀπὸ τοιαύτης ὑ. Id.12.15.7
;τὸ μὴ εἶναι ἄλλην βίου ὑ. εἰς τὸ φιλοσοφεῖν οὕτως ἐπιτήδειον ὡς ταύτην ἐν ᾗ νῦν ὢν τυγχάνεις M.Ant.11.7
, cf. 8.1, Paul. Aeg.3.17.7 practical problem,κοινὴ ἡ ὑ. καὶ τῷ καθ' ἡμᾶς βίῳ πάνυ πολλή, βαλανείου κατασκευή Luc.Hipp.4
;ἡ μὲν οὖν ὑ. τοιαύτη HeroAut.21.2
.II subject proposed ( to oneself or another) for discussion,κελεῦσαι τὴν πρώτην ὑ. τοῦ πρώτου λόγου ἀναγνῶναι Pl. Prm. 127d
;ἐπὶ τὴν ὑ. ἐπανάγειν τὸν λόγον X.Mem.4.6.13
;ἐπὶ τὴν ὑ. πάλιν ἐπανελθεῖν Isoc.4.63
, cf. Gal.6.124;τὴν ὑ. περὶ ἧς βουλεύεσθε οὐχὶ τὴν οὖσαν παριστάντες D.3.1
;τοὺς δικαστὰς ἀπαγαγὼν ἀπὸ τῆς ὑ. Id.19.242
;ἐπὶ τῆς ὑ. μεῖναι Aeschin.3.76
;ἔξω τῆς ὑ. λέγειν Isoc.7.63
, cf. 12.161;μὴ πόρρω λίαν τῆς ὑ. ἀποπλανηθῶ Id.7.77
, cf. 12.88, Aeschin. 3.176,190;ὅτ' ἔγραφον περὶ τὴν αὐτὴν ὑ. Isoc.5.83
;περὶ [τῆς πόλεως] τὴν ὑ. ποιησάμενος Id.12.35
;τοῦ πράγματος ἐν κεφαλαίῳ.. δήλωσις, ἵνα γινώσκωσι περὶ ὧν ὁ λόγος παρακολουθῶσί τε τῇ ὑ. Arist.Rh.Al. 1436a36
, cf. Pl.Def. 415b;ἡ ὑ. ἐλάττων Arist.Rh. 1404b15
; πρὸς ὑπόθεσιν λέγειν, opp. πρὸς ἀμφισβητοῦντα, ib. 1391b13;πολλὰ πρὸς τὴν ὑ. οἰκείως διαλεχθείς D.S.13.53
; haec erat ὑ., de gravitate ordinis, etc., Cic.Att.1.14.4.2 case at law, lawsuit,γράφει ὁ Μαιίστας εἰς τὴν ὑ. ταύτην IG11(4).1299.29
(Delos, iii B. C.), cf. OGI665.18,669.41 (both Egypt, i A. D.), POxy. 237 vii 34, viii 22 (ii A. D.), 486.26 (ii A. D.);τὰ περὶ ταύτης τῆς ὑ. πεπραγμένα PLips.34.18
(iv A. D.).3 subject of a poem or treatise, Zeno Stoic.1.23, Plb.1.2.1, D.H.Pomp.3, Longin. 38.2, Plu.Pomp.42, Luc.Charid.14, Pseudol.5, al.; of a picture, Id.Zeux.5,7; of an impromptu declamation,ἐπειδὰν οἱ παρόντες ὑποβάλωσί τινας ὑ. καὶ ἀφορμὰς λόγου Id.Rh.Pr.18
; plot, story,μῦθοι καὶ ὑποθέσεις Phld.Po.2.62
, cf. 5.5, al., Arg.Men.Oxy.1235.113 (ii A. D.), Dicaearch. ap. S.E.M.3.3, Artem.4.59, Sch.S.Aj.Prooem., Arg.Ar. Ach. tit., etc.4 speech,αἱ δικανικαὶ καὶ δημηγορικαὶ ὑ. Theon Prog.1
; = ἐπίδειξις 1.3, ἀρξαμένων (v.l. -ῳ)τῆς ὑ. LXX 4 Ma.1.12
; ἀνδρὸς ἀρετὰς ὅλην πληρούσας ὑ. providing matter for a whole speech, Chor.p.34B.b speech or subject of a speech in which the person, occasion, etc. are particularized, opp. θέσις v. 2, Aphth.Prog. 13, cf. Quint.Inst.3.5.7.5 a kind of play or pantomime,μῖμοί τινές εἰσιν ὧν τοὺς μὲν ὑποθέσεις τοὺς δὲ παίγνια καλοῦσιν Plu.2.712e
; μιμολωγοι η υποθησις εικυρα (i. e. μιμολόγοι· ἡ ὑπόθεσις Ἑκυρά), i. e. 'theatrical performance: play, the Hecyra', Ath.Mitt.26.4 (inscr. on lamp, iii B. C.); κλάειν ἤρξαντο πάντες καὶ μετέβαλε τὸ συμπόσιον εἰς σκυθρωπὴν ὑ. into a tragedy, Charito 4.3; so perh. in Luc.Nigr.8; of Aesop's fables,χρῆται [τῇ ἀλώπεκι] ὁ Αἴσωπος διακόνῳ τῶν πλείστων ὑ. Philostr.Im.1.3
.III supposition,ἢ βούλεσθε.. ἀπ' ἐμαυτοῦ ἄρξωμαι καὶ τῆς ἐμαυτοῦ ὑ., περὶ τοῦ ἑνὸς αὐτοῦ ὑποθέμενος, εἴτε ἕν ἐστιν εἴτε μὴ ἕν, τί χρὴ συμβαίνειν; Pl.Prm. 137b
; αὕτη ἡ ὑ., εἰ ἓν μὴ ἔστιν ib. 160b; χρὴ.. μὴ μόνον εἰ ἔστιν ἕκαστον ὑποτιθέμενον σκοπεῖν τὰ συμβαίνοντα ἐκ τῆς ὑ., ἀλλὰ καὶ εἰ μὴ ἔστι τὸ αὐτὸ τοῦτο ὑποτίθεσθαι ib. 135e, cf. 136a; [σκοπεῖν] τί ἐφ' ἑκατέρας τῆς ὑ. συμβήσεται ib. 136b;εἰ ὀρθὴ ἡ ὑ. ἦν, τὸ ψυχὴν ἁρμονίαν εἶναι Id.Phd. 94b
, cf. 92d, Sph. 244c;πρὸς μὲν τὴν ὑ. ὀρθῶς λέγουσιν, ὅλως δ' οὐκ ὀρθῶς Arist. Metaph. 1082b32
; ἐξ ὑποθέσεως σκοπεῖσθαι examine by starting from an assumption, of reasoning by analysis in geometry, Pl.Men. 86e; τῶν τὴν τέχνην ζητεύντων ἐξ ὑποθέσιος λόγων arguments seeking to derive the (medical) art from an assumption, Hp.VM13; ὑ. αὐτοὶ αὑτοῖς ὑποθέμενοι τῷ λόγῳ ib.1; ἄγοντες ἐπὶ ὑπόθεσιν τὴν τέχνην ib. 15;χρῆσιν ἀρετῆς τελείαν, καὶ ταύτην οὐκ ἐξ ὑ. ἀλλ' ἁπλῶς· λέγω δ' ἐξ ὑ. τἀναγκαῖα, οἷον.. τιμωρίαι καὶ κολάσεις.. τὸ καλῶς ἀναγκαίως ἔχουσι Arist.Pol. 1332810
; ἡ πολιτεία ἡ ἐξ ὑ. ( = ἡ δοθεῖσα ) the constitution based on a presupposition, ib. 1288b28; of currency, ἓν δή τι δεῖ εἶναι, τοῦτο δ' ἐξ ὑ.· διὸ νόμισμα καλεῖται according to a presupposed convention, Id.EN 1133b21 (cf. a29-31, APr. 41a40); of reductio ad impossibile,ἢ δεικτικῶς ἢ ἐξ ὑ. τοῦ δ' ἐξ ὑ. μέρος τὸ διὰ τοῦ ἀδυνάτου Id.APr. 40b25
-6, cf. 41a25;δυνατοῦ δεξάμενον ὑπόθεσιν ἐπ' ἀδύνατον ἀπαχθῆναι Arr.Epict.1.7.25
, cf. Procl. in Euc.pp.76,252 F.; καθ' ὑπόθεσιν by way of supposition, 'let us suppose', Phld.Rh. 1.95 S., Sign.12, Cleom.1.7.IV = τὸ ὑποκείμενον (cf.ὑπόκειμαι 11.8
), the presupposition of an action, that which has been settled before it begins,περὶ τοῦ τέλους οὐθεὶς βουλεύεται, ἀλλὰ τοῦτ' ἐστὶν ἀρχὴ καὶ ὑ. Arist.EE 1227a8
, cf. b30;τῶν πράξεων τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ὑ. ἀληθεῖς καὶ δικαίας εἶναι προσήκει D.2.10
; of a thing, that without which it cannot exist or be what it is, its essence, αὕτη (sc. τὸ στέλεχος)οἷον ὑ. καὶ φύσις δένδρων Thphr.HP4.13.4
(cf. οὐσία καὶ φύσις τοῦ δένδρου ibid.);ἐπὶ τοῖς χυμοῖς μόνοις σηπομένοις ἔχοντος τὴν ὑ. ὅλου τοῦ νοσήματος, ὅπερ ἐστὶ πυρετώδους ὄντος Gal.18(2).299
.2 in the syllogism, the preliminary statements of fact (whether proved or not) from which inference starts, i. e. the premisses ([etym.] προτάσεις) , τῶν ἀποδείξεων αἱ ὑ., equivalent to ἀρχαί, Arist.Metaph. 1013a16;αἱ ἀρχαὶ καὶ αἱ λεγόμεναι ὑ. Id.APo. 81b15
; ὅσα δέδεικται δι' ἐκείνων ὑποθέσεις ποιησάμενοι taking as premisses (here) what has been proved in those other works, Gal.6.7, cf. 25,224; ἴστω.. τῆς ὑγιεινῆς πραγματείας ἀνατρέπων τὴν ὑ. ib.17;ὑπόθεσιν, αἴτησιν οὖσαν πράγματος εἰς κατασκευήν τινος S.E.M.3.4
;λαμβάνειν ἀναποδείκτους ὑ. Plu.2.720f
, cf. 721d;ἀναγκαῖον ἢ τὰς ὑ. εἶναι τὰς πρώτας ψευδεῖς, ἢ τὰς ὑπὲρ τῶν συμβαινόντων ἀποφάς εις Plb.1.15.9
, cf. 11.b assumption of existence of any one of the fundamental objects of a particular science,ὁ ὁρισμὸς θέσις μέν ἐστι.. ὑ. δ' οὐκ ἔστι· τὸ γὰρ τί ἐστι μονὰς καὶ τὸ εἶναι μονάδα οὐ ταὐτόν Arist.APo. 72a23
;ἐν ταῖς πράξεσι τὸ οὗ ἕνεκα ἀρχή, ὥσπερ ἐν τοῖς μαθηματικοῖς αἱ ὑ. Id.EN 1151a17
.3 starting-point,ἐκ ταύτης τῆς ὑ. λαβεῖν τὸν λόγον τὴν εἰς ἑκάτερον μέρος ὁρμήν Iamb.VP27.130
; beginning, τὰς μὲν ἐλπίδας οὐ τελειοῖ (sc. ὁ ὄνειρος) , τὰς δὲ ὑ. τῶν πραγμάτων ταῖς περιοχαῖς ὁμοίας ποιεῖ (referring to a birth of twins which died), Artem.4.47.4 raw material,τὴν δοθεῖσαν ὑ. εὐφυᾶ πρὸς ὑποδοχὴν γυμναστικῆς.. ἀμείνω ἀποφαίνειν Luc.Hist. Conscr.35
;οἵαν ὕλην καὶ ὑ. φεύγεις·.. μένε οὖν μέχρι ἐξοικειώσῃς σαυτῷ καὶ ταῦτα M.Ant.10.31
.V mortgage, Thphr.Fr.97.1 (pl.).2 thing placed under, base, τὰς ὑ. (signf. 111)ποιούμενος οὐκ ἀρχὰς ἀλλὰ τῷ ὄντι ὑ., οἷον ἐπιβάσεις τε καὶ ὁρμάς Pl.R. 511b
, cf. Arr.Epict.1.7.22; in D.2.10 (v. supr. IV. 1) the ἀρχαί and ὑποθέσεις (i. e. basic principles) of actions are compared to the foundations ([etym.] τὰ κάτωθεν) of a house or a ship;Τριπτόλεμος.. τὰς πρώτας ὑ. βαλόμενος τῇ πόλει Lib.Or.11.52
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑπόθεσις
См. также в других словарях:
Σοπενχάουερ, Άρτουρ — (Schopenhauer). Γερμανός φιλόσοφος (Ντάντσιχ 1788 Φρανκφούρτη επί του Μάιν 1860). Γιος πλούσιου έμπορου της βόρειας Γερμανίας, μετά το θάνατο του πατέρα του εγκαταστάθηκε στη Βαϊμάρη μαζί με τη μητέρα του Γιοχάνα, γνωστή τότε συγγραφέα. Έτσι ήρθε … Dictionary of Greek
ή — (I) και γη (AM ἤ, Μ και γή, Α επικ. τ. ἠέ) Ι. (διαζευκτικός σύνδεσμος) 1. συνδέει δύο ή περισσότερες λέξεις ή προτάσεις τών οποίων οι έννοιες αναιρούν η μία την άλλη (α. «εγώ ή εκείνος» β. «ἐγώ... ἤ ἄλλος Ἀχαιῶν», Ομ. Ιλ.) 2. επαναλαμβανόμενο ή … Dictionary of Greek
RHENUS — German. der Rhein, vel Rhyn, Gall. le Rhin, Batavis de Rhyn, notissimus, et maximus Germaniae post Danubi um fluvius, illam a Gallia disterminans, a lacu Constantiensi Basileam usque, postquam prius Rhetos ab Helvetia, a fontibus nempe usque ad… … Hofmann J. Lexicon universale
γαλακτόρροια — Η αυτόματη εκροή γάλακτος από τους μαστούς της γυναίκας. Συχνά παρατηρείται μετά το τέλος του θηλασμού, κατά την περίοδο της γαλουχίας, οπότε το φαινόμενο θεωρείται φυσιολογικό, εάν η ποσότητά του είναι μικρή και η χρονική διάρκεια της εκροής… … Dictionary of Greek
εμετός — Ακούσια βίαιη κένωση του περιεχομένου του στομάχου, που περνά από τον οισοφάγο και τη στοματική κοιλότητα και προκαλείται από διάφορες αιτίες. Ο ε. δεν είναι νόσημα αλλά σύμπτωμα συχνό σε ορισμένα νοσήματα που διαφέρουν πολύ μεταξύ τους. Ο… … Dictionary of Greek
Μιαούλης, Ανδρέας — (Ύδρα 1769 – Αθήνα 1835). Ναύαρχος της Επανάστασης του 1821. Από μικρός ασχολήθηκε με ναυτικά επαγγέλματα, δέκα χρονών δούλευε στο πλοίο ενός θείου του και στα δέκα έξι του έγινε κυβερνήτης του οικογενειακού τους λατινάδικου (σιταγωγού). Έξυπνος … Dictionary of Greek